Αυτό το άρθρο είναι μια μικρή μελέτη σχετικά με την προέλευση των καρναβαλικών εθίμων των ημερών μας, που εντοπίζονται στον Ελλαδικό χώρο.
Οι ρίζες των εθίμων αυτών εντοπίζονται στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στις Διονυσιακές εορτές όπως τα Ανθεστήρια, εορτές της Θράκης κτλ.
Ας δούμε την Αττική Διονυσιακή εορτή Ανθεστήρια.....
Ανθεστήρια ήταν ετήσια γιορτή της αναγέννησης της φύσης και γιορτή των νεκρών προς τιμή του Λιμναίου Διονύσου και του Xθόνιου Eρμή. Γίνονταν στην Aθήνα κατά τον μήνα Aνθεστηριώνα (τέλος Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου) επί τρεις ημέρες. Tο όνομα της γιορτής πιθανολογείται από το ανθέω και το σχετίζουν με το έθιμο της δεύτερης μέρας των χοών να στεφανώνουν τα τρίχρονα αγόρια με λουλούδια.
Eπειδή τα Aνθεστήρια δεν ήταν γιορτή των λουλουδιών είχε υποστηριχθεί παλαιότερα η άποψη πως και το όνομα Aνθεστήρια της όλης γιορτής δε σχετίζεται με τα άνθη, αλλά με το ρήμα «αναθέσσασθαι» που σημαίνει την ανάκληση των ψυχών (όμως η συγκοπή της πρόθεσης ανά δεν είναι χαρακτήρας της ιωνικής διαλέκτου) και σχετίζουν την ετυμολογία με την τρίτη ημέρα της γιορτής που ήταν αφιερωμένη στις ψυχές των νεκρών.
Συνοπτικά τα δρώμενα των τριών ημερών των Ανθεστηρίων ήταν τα εξής:
1η μέρα ΠιθοίγιαΆνοιγαν τους πίθους με το νέο κρασί
Συνήθιζαν να φέρνουν το πρώτο κρασί στο εν Λίμναις ιερό του Διονύσου. Κάνανε σπονδές έξω από το κλειστό ιερό του θεού, προς τιμή του ευχόμενοι να καταναλώσουν αίσια την καινούρια παραγωγή. Δοκίμαζαν οι ίδιοι το κρασί και χόρευαν και τραγουδούσαν ευχαριστώντας το Διόνυσο. Την ημέρα εκείνη καθώς και την επόμενη, οι Αθηναίοι, επέτρεπαν στους δούλους να πίνουν μαζί τους.
.
2η μέρα Χόες
Οι μεταμφιεσμένοι Σάτυροι φορούσαν προσωπείο – μάσκα. Οι μάσκες αυτές ήταν πήλινες και όμοιες μεταξύ τους.
Άλλοι Σάτυροι φορούσαν δέρματα ζώων, άλειφαν το πρόσωπό τους με την τρυγία (κατακάθι του κρασιού) και στεφανώνονταν με κισσό, το αειθαλές ιερό φυτό του Διόνυσου.
Οι Σάτυροι προσπαθούσαν να μοιάζουν με με τράγους, και χαρακτηριστικό των τράγων είναι η μεγάλη ροπή προς τα αφροδίσια.
Οι Σάτυροι χοροπηδούσαν γύρω από το τροχοφόρο καράβι του Διονύσου χτυπώντας την γη με τα πόδια τους. (ίσως από εδώ βγήκε και η λέξη καρναβάλι αφού καρναβαλλίζω σημαίνει βαλλισμός των κάρνων δλδ πηδηχτός χορός των βοσκημάτων. Κατά Ησύχιο κάρνος· φθείρ. βόσκημα, πρόβατον). Το βόσκημα γενικά μπορεί να είναι τράγος, γίδα, πρόβατο.
Γινόταν ο «ιερός γάμος» του θεού με τη σύζυγο του άρχοντος βασιλέως, την βασσίλινα, ο οποίος ήταν επικεφαλής του ιερατείου και όλων των θρησκευτικών αξιωματούχων της Aθήνας.
Γίνονταν αγώνες οινοποσίας.
Tο απόγευμα των Xοών συνηθίζονταν στους δρόμους «αι εκ των αμαξών λοιδορίαι», δηλαδή πειράγματα εναντίον διαβατών που συνηθίζονταν και στην εορτή των Ληναίων.
3η μέρα Χύτροι
Την ημέρα των Χύτρων πίστευαν ότι οι ψυχές ξαναγύριζαν στον επάνω κόσμο και βρίσκονταν αόρατες ανάμεσα στους ζωντανούς.
Πίστευαν ακόμη πως ανάμεσα στις ψυχές υπήρχε και παρουσία πονηρών πνευμάτων που ανέβαιναν στη γη με το άνοιγμα του Άδη και μόλυναν τους ανθρώπους και τις τροφές.
Έβαζαν γύρω από τα ιερά τους ένα κόκκινο νήμα που λειτουργούσε αποτρεπτικά και εμπόδιζε τα πνεύματα να εισέλθουν.
Επίσης για να τα εμποδίσουν να μπουν στα σπίτια τους άλειφαν τις πόρτες με πίσσα και μασούσαν ράμφους.
Τα βλαβερά πνεύματα του κάτω κόσμου, που μαζί με τις ψυχές έμπαιναν στα σπίτια από το βράδυ των Xοών και έμεναν με τους ζωντανούς την ημέρα των Xύτρων, τις έδιωχναν την επόμενη ημέρα με τη γνωστή φράση: «Θύραζε Κᾶρες, οὐκ ἔτ’ Ἀνθεστήρια», δηλαδή «φύγετε ψυχές των νεκρών, τα Aνθεστήρια τελείωσαν πια».
Τα Υδροφόρια ήταν μια γιορτή που γινόταν την τρίτη μέρα των Aνθεστηρίων σε ανάμνηση όσων πνίγηκαν κατά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα:
“Yδροφόρια, εορτή πένθιμος Aθήνησιν επί τοις εν τω κατακλυσμώ απολομένοις”.
Κατά τη γιορτή αυτή έριχναν άρτους από σιτάρι και μέλι σε ένα χάσμα που υπήρχε μέσα στο ναό του Oλυμπίου Διός γιατί από το χάσμα εκείνο πίστευαν ότι η Γη είχε απορροφήσει τα νερά του κατακλυσμού.
Στις μέρες μας αυτά τα έθιμα έχουν διασωθεί αλλά μεταλλαγμένα ας τα δούμε ένα – ένα:
Υπάρχουν πάρα πολλά καρναβαλικά έθιμα από την Τουρκοκρατία και δεν έχουν όλα σχέση με τις Διονυσιακές γιορτές αφού μερικά σατυρίζουν καταστάσεις στην Τουρκοκρατία. Παρακάτω θα παρατεθούν μερικά από αυτά τα έθιμα που σχετίζονται με τις Διονυσιακές γιορτές.
Σημερινά έθιμα με αρχαία Διονυσιακή προέλευση.
Στην Κληματιά, στο Χλωμό, στο Μαραθιά, στα Κρητικά, στους Γιαννάδες κι αλλού έχουν τον Ιερό Γάμο. Η τέλεση του καρναβαλίτικου γάμου όπως λεγόταν στα χωριά της Κέρκυρας ως το 1960, γινόταν στα περισσότερα χωριά της Κέρκυρας. Σιγά – σιγά σε κάποια έσβησε και παρέμεινε μόνο ως ανάμνηση ενώ σε κάποια άλλα ευτυχώς διατηρείται μέχρι σήμερα.
Συμβαίνει την Κυριακή της Τυροφάγου ή Τυρινής και ξεκινά από το πρωί όταν οι άνδρες του χωριού μαζεύονται σε κάποιο σπίτι και ντύνουν το γαμπρό. Σε άλλη γειτονιά οι γυναίκες στολίζουν τη νύφη. Το ότι η νύφη είναι κι αυτή άνδρας και μάλιστα μουστακαλής, μάλλον οφείλεται στην πατριαρχική κοινωνία που απαγόρευε στις γυναίκες να χουν θέση στα δρώμενα της κοινότητας. Στην τελετή του γάμου συμμετέχει κι ένας δαίμονας με τη μορφή σάτυρου που προσπαθεί να χαλάσει το γάμο. Σ’ όλη τη διάρκεια του μυστηρίου οι χωριάτες αισχρολογούν ακατάπαυστα, πειράζοντας οι μεν τους δε.
Δίκη του Καδή – Λιτόχωρο
Στο Λιτόχωρο Πιερίας θα αναβιώσουν το βράδυ της Κυριακής έθιμα που έχουν σκοπό τον εξαγνισμό των κακών πνευμάτων και τον εξοβελισμό της κακοτυχίας. Αυτό επιτυγχάνει, σύμφωνα με το έθιμο, ο Χορός των βωμολόχων που περιδιαβάζει όλο το χωριό με πειράγματα για όλους τους περαστικούς. Ακολουθεί βέβαια ξέφρενο γλέντι.
Στην Πολυκάρπη της Πέλλας θα αναβιώσει η Δίκη του Καδή. Οι κάτοικοι θα συγκεντρωθούν στην πλατεία για να δικάσουν τον αντιπρόσωπο της κακοκεφιάς και της κακής τύχης. Τελικά τον καταδικάζουν και καίνε το ομοίωμά του ανάμεσα σε χορούς και τραγούδια
Οι “κουδουνάτοι” στην Νάξο.
Η Νάξος θεωρείται η γενέτειρα του Θεού Διονύσου. Από το πρώτο κιόλας Σάββατο της Αποκριάς, ξεκινάει ο εορτασμός, με το σφάξιμο των χοίρων και άλλων εκδηλώσεων.
Το μεσημέρι της τελευταίας Κυριακής στην Απείρανθο, εμφανίζονται οι “κουδουνάτοι”. Αυτοί φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Οι ίδιοι κρατούν “σόμπα”, ξύλο που παραλληλίζεται με τον διονυσιακό φαλλό. Μαζί τους μπλέκονται ο “Γέρος”, η “Γριά” και η “Αρκούδα”.
Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις των “Κουδουνάτων” μπορεί κανείς να δει το “γάμο της νύφης”, το “θάνατο”, την “ανάσταση του νεκρού” και το “όργωμα”. Την Καθαρή Δευτέρα στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο, Λειβάδια κλπ. οι κάτοικοι ντύνονται “Κορδελάτοι” ή “Λεβέντες” γιατί στο φέσι και στους ώμους έχουν κορδέλες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους “Λεβέντες” αποδίδεται στους Πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι “Σπαραρατόροι”, που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στον χορό και το γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.
Ο γέρος και η κορέλα στην Σκύρο.
Με την αρχή του Τριωδίου και κάθε Σαββατοκύριακο των ημερών της Αποκριάς, το έθιμο του νησιού θέλει το “γέρο” και την “κορέλα” να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μία ξεχωριστή εικόνα των ημερών. Ο “γέρος” φοράει μία χοντρή μαύρη κάπα, άσπρη υφαντή βράκα και έχει στη μέση του 2-3 σειρές κουδούνια, το βάρος των οποίων μπορεί να φτάσει και τα 50 κιλά. Το πρόσωπο του καλύπτεται από προβιά μικρού κατσικιού και περπατώντας με χορευτικό ρυθμό, καταφέρνει να ηχούν μελωδικά τα κουδούνια που φοράει.
Η “κορέλα” η ντάμα του γέρου είναι ντυμένη με παραδοσιακά σκυριανά ρούχα με κυρίαρχο χρώμα το άσπρο σε πλήρη αντίθεση με το μαύρο χρώμα του “γέρου” έχοντας και αυτή καλυμμένο το πρόσωπό της. Χορεύει γύρω από τον γέρο καθώς αυτός βαδίζει ανοίγοντάς του δρόμο ή προσπαθώντας να τον βοηθήσει και να τον ξεκουράσει.
Οι ικανότεροι από τους γέρους μάλιστα, αφήνουν για λίγο τους δρόμους της αγοράς, όπου συγκεντρώνεται ο κόσμος και ανεβαίνουν στο Κάστρο του νησιού. Εκεί θα κτυπήσουν τις καμπάνες στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου.
Τότε η “κορέλα” την ώρα που ο “γέρος” θα σταματήσει να πάρει μίαν ανάσα, θα του τραγουδήσει σκυριανό τραγούδι, παινεύοντάς τον για τις αξίες και τις χαρές του. Το δίδυμο αυτής της σκυριανής αποκριάς συνοδεύει πολλές φορές και ο “φράγκος”. Αυτός ο μασκαράς, ντυμένος με παραδοσιακά ρούχα του νησιού αλλά και παντελόνι, σατιρίζει τους σκυριανούς εκείνους που έβγαλαν τις βράκες και φόρεσαν παντελόνια (φράγκικα).
Η προέλευση του εθίμου αυτού χάνεται στα χρόνια και πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι υπάρχουν στοιχεία και ρίζες διονυσιακών τελετών και θεωρούν τις εκδηλώσεις αυτές κατάλοιπα τέτοιων εορτών.
Οι γεροντότεροι στο νησί αναφέρουν ότι ο “γέρος” και η “κορέλα”, έρχονται κάθε χρόνο να θυμίσουν στους σκυριανούς κάποια θεομηνία που κατέστρεψε όλα τα ζώα του νησιού και για το λόγο αυτό ο τσοπάνης ζώστηκε τα κουδούνια των ζώων και ήρθε στο χωριό να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους.
Μία άλλη εκδήλωση της σκυριανής αποκριάς είναι η “τράτα” που είναι αναπαράσταση ναυτικής ζωής, όπου ψαράδες στην πλειοψηφία τους, σατιρίζουν έμμετρα καταστάσεις και γεγονότα που αφορούν τη κοινωνική ζωή στην Ελλάδα γενικότερα.
Με τα σατυρικά αυτά ποιήματα, αλλά και με την αμφίεσή τους, καταφέρνουν να προκαλούν την ευθυμία των θεατών της παράστασης αυτής που κορυφώνεται την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς.
Την Καθαρή Δευτέρα σχεδόν όλοι οι Σκυριανοί με παραδοσιακές τοπικές στολές, κατεβαίνουν στην πλατεία του χωριού και χορεύουν και τραγουδούν σκυριανά τραγούδια.
Αναπαράσταση του Βλάχικου Γάμου στην Θήβα
Ένας γάμος βρίσκεται στο επίκεντρο των εορταστικών εκδηλώσεων της Αποκριάς, στη Θήβα. Δεν πρόκειται για έναν «γάμο για τα καρναβάλια», αλλά για αναπαράσταση ενός εθίμου που φθάνει στις ημέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών. Το τελετουργικό, παρά το γεγονός ότι μεταφέρθηκε εδώ από τους Βλάχους των περιοχών Μακεδονίας – Ηπείρου – Θεσσαλίας, ενσωματώθηκε εύκολα στον κάμπο της Βοιωτίας.
Από τα Βουκόλια της Θήβας (αρχαία διονυσιακή γιορτή που κατέληγε σε γάμο) μέχρι τον Βλάχικο γάμο με το γαϊτανάκι, την πομπή, τον Πανούση-σάτυρο, τον χορό του πεθαμένου, η απόσταση δεν φαίνεται καθόλου μεγάλη. Οι ομοιότητες με τις ανοιξιάτικες διονυσιακές γιορτές της γονιμότητας και ανανέωσης είναι πολλές, οπότε το έθιμο έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από αυτήν που του αποδίδουμε σήμερα.
Στις μέρες μας 9 διευρυμένες «οικογένειες» της Θήβας, με 40-45 άτομα η κάθε μία, αναλαμβάνουν (με προκαθορισμένη σειρά ανά έτος) να πρωταγωνιστήσουν στον Βλάχικο γάμο. Από αυτές διαλέγεται ο γαμπρός. H νύφη δεν είναι πλέον άνδρας ντυμένος γυναίκα (όπως ήταν το έθιμο… και μάλιστα άνδρας με μουστάκι!). Ούτε καμία κοπέλα της Θήβας δέχεται να πάρει τη θέση της νύφης. Οπότε διαλέγουν «μοντέλο». Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι σημαντική θέση στο τελετουργικό πέρα από τους Βλάχους και τους Λιάπηδες, έχουν οι Μακεδόνες με τις δικές τους στολές, ενώ το κατ’ εξοχήν μουσικό όργανο του Βλάχικου γάμου δεν είναι το κλαρίνο, αλλά η πίπιζα.
Οι… διαδικασίες αυτού του γάμου ολοκληρώνονται την Καθαρά Δευτέρα. Μία πολύχρωμη γαμήλια πομπή θα ξεκινήσει από την εκκλησία της «Αγιά Τριάδας» προς τον δρόμο του Επαμεινώνδα όπου είναι τα «κονάκια» των συμπεθέρων. Ο γαμπρός θα… ξυριστεί ενώ οι δύο συμπέθεροι θα έχουν έναν διασκεδαστικό διάλογο για το «ελάττωμα» της νύφης, όμως τελικά θα τα «συμφωνήσουν» και το γλέντι θα κορυφωθεί στον δρόμο του Επαμεινώνδα. Το απόγευμα δεν πρέπει να χάσετε τον «χορό του πεθαμένου». Πρόκειται για άλλο ένα παλαιό έθιμο που συμβολίζει τον θάνατο του χειμώνα και τη γέννηση της άνοιξης.
Οι θρύλοι για τα “στοιχειά” στην Αμφισσα
Οι θρύλοι για τα “στοιχειά”, είχαν μεγάλη διάδοση στην περιοχή. Λέγεται πως τα “στοιχειά” αποτελούν ψυχές σκοτωμένων ανθρώπων ή ζώων που τριγυρίζουν στην περιοχή. Το σπουδαιότερο στοιχειό, που είναι συνδεδεμένο με την παράδοση είναι το στοιχειό της “Χάρμαινας”. Αυτό αγαπούσε και προστάτευε τους Ταμπάκηδες (βυρδοδέψες), που η δουλειά τους ανάγκαζε να βρίσκονται στην Βρύση νύχτα – μέρα. Πολλοί ορκίστηκαν, πως είδαν το στοιχειό να τριγυρίζει τη νύχτα σ’ όλη τη συνοικία, να καταλήγει στην πηγή του νερού και να χάνεται.
Ακόμη διηγούνται οι πιο παλαιοί πως το στοιχειό της Χάρμαινας έβγαινε κάθε Σάββατο βράδυ, κατέβαινε από της “Κολοκυθούς το Ρέμα” και γύριζε στους δρόμους μουγκρίζοντας και σέρνοντας αλυσίδες. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς αναβιώνει στην Άμφισσα ο Θρύλος του “Στοιχειού”. Από την συνοικία Χάρμαινα, όπου βρίσκονται τα παλιά Ταμπάκικα και τα σκαλιά του Αϊ Νικόλα κατεβαίνει το “στοιχειό” και μαζί ακολουθούν εκατοντάδες μεταμφιεσμένοι. Στο ιστορικό μεγάλο καφενείο της πόλης γίνονται συζητήσεις σατυρικού περιεχομένου για τους Θρύλους και τα Στοιχειά.
Τυρναβίτικο Καρναβάλι – Μπουρανί (χορτόσουπα χωρίς λάδι)
Ένα από αυτά τα έθιμα που έκανα τον Τύρναβο ξακουστό είναι το έθιμο του «Μπουρανί» την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας. Η χρησιμοποίηση σεξουαλικών και ερωτικών συμβόλων συνδυάζεται απόλυτα με τις παραδοσιακές λαϊκές εκδηλώσεις των Τυρναβιτών.
«Το μπουρανί» είναι στην κυριολεξία ένα λαϊκό πανηγύρι αλλά στην ουσία είναι η γιορτή του φαλλού και συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία. Για την προέλευση του, υπάρχουν δύο εκδοχές.
Η πρώτη αναφέρει ότι οι ρίζες του βρίσκονται στις πανάρχαιες εορτές των Ελλήνων: τα Διονύσια, τα Θεσμοφόρια, τα Αφροδίσια, τα Θαργήλια και κυρίως οι αλωαί που ήταν γεωργική εορτή πανάρχαια λατρεία και προθρησκευτική.
Και η δεύτερη ότι προέρχεται από Αρβανίτες που εγκαταστάθηκαν στον Τύρναβο γύρω στο 1770, λίγο πριν τα Ορφωλικά. Η δεύτερη εκδοχή μάλλον είναι και η επικρατέστερη, καθώς τεκμηριώνεται από ιστορικά στοιχεία.
Καθώς λέγεται εκείνη την εποχή, έπεσε στον Τύρναβο επιδημία χολέρας και οι περισσότεροι κάτοικοι του βρήκαν θάνατο.
Η πόλη ερημώθηκε και ο σουλτάνος της περιοχής, έφερε ένα τμήμα Αρβανιτών, για να κτίσει την καινούργια πόλη, δίπλα στην παλιά (η περιοχή αυτή ονομάζεται «Κόκκαλα» επειδή στην περιοχή θάφτηκαν όσοι βρήκαν τον θάνατο από την χολέρα).
Οι Αρβανίτες αυτοί λοιπόν καθιέρωσαν το έθιμο που σώζεται ως τις μέρες μας.
Το έθιμο αυτό λαμβάνει χώρα την Καθαρή Δευτέρα κάθε χρόνο στον Τύρναβο. Οι κάτοικοι της πόλης πηγαίνουν στο εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στα βόρεια της πόλης σ’ έναν ελεύθερο ευρύ χώρο (ένα μεγάλο αλώνι).
Η πορεία γίνεται σε πομπή της οποίας προηγούνται διάφορες ομάδες (θίασοι) μεταμφιεσμένων ή μη (μόνον ανδρών), οι οποίοι κουβαλούσαν όλα τα απαραίτητα για την λειτουργία.
Όταν η πόλη έφθανε στο χώρο του Προφήτη Ηλία εκεί κάθε ομάδα έστρωνε στο έδαφος διάφορα φαγητά και μια μεγάλη φιάλη σε σχήμα «φαλλού» γεμάτη με κρασί ή με γαλακτόχρουν κράμα ούζου ή τσίπουρου με νερό.
Παράλληλα άναβαν φωτιά πάνω στην οποία παρασκευάζοταν το «Μπουρανί» μια χορτόσουπα από σπανάκι και ξύδι για να νοστιμίζει.
Αφού γινόταν το μπουρανί που είχε την μορφή σούπας σερβιριζόταν στους «μυουμένους» ως μέθεξη – συμμετοχή στα δρώμενα – και έτσι άρχιζε ο χορός και τα τραγούδια, οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα με άσεμνες βασικά εκφράσεις.
Πολλοί από τους άντρες που συμμετείχαν σ’ αυτό το τελετουργικό κρατούσαν στα χέρια τους φαλλούς σαν σκήπτρα και ήταν κατασκευασμένα από ξύλο ή πηλό ή ακόμα και από ψωμί και που αποτελούσαν το κυριότερο τελετουργικό σύμβολο.
Στο έθιμο αυτό συμμετείχαν αυστηρά μόνο άντρες ενώ οι γυναίκες απείχαν, ίσως για λόγους σεμνοτυφίας λόγω των φερόμενων φαλλικών συμβόλων.
Γυναικόπαιδα όμως παρακολουθούσαν τα δρώμενα καθώς επίσης και πλήθη επισκεπτών από διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Το έθιμο του καλόγερου στο νομό Σερρών
Στο νομό Σερρών στην Αγία Ελένη την Δευτέρα της Τυρινής συναντάμε το έθιμο του “καλόγερου”. Την γιορτή αυτή αρχίζουν οι Αναστενάρηδες με απόκρυφη μυσταγωγία και συμμετέχουν και οι μίμοι, οι οποίοι συγκροτούν τον θίασο: ο Βασιλιάς, το Βασιλόπουλο, ο καπιστράς, ο καλόγερος, η νύφη, η μπάμπω και το εφταμηνίτικο, οι γύφτοι με την αρκούδα και τέλος οι Κουρούτζηδες (φύλακες).
Αφού ο θίασος του Καλόγερου επισκεφθεί όλα τα σπίτια του χωριού, συγκεντρώνονται όλοι οι κάτοικοι στην πλατεία, όπου γίνεται η προετοιμασία του συμβολικού αγρού για την σπορά και ακολουθεί η σκηνή του θανάτου και της ανάστασης του πρωταγωνιστή Καλόγερου. Μόλις αναγγελθεί η ανάσταση του πρωταγωνιστή, ο θίασος αρχίζει κυκλικό χορό γύρω από το συμβολικά σπαρμένο χωράφι με τον Βασιλιά Σπορέα, στην κορυφή του χορού. Μετά τον χορό ο Αναστενάρης δίνει τις ευχές του και το πλήθος ευχόμενο “κι από του χρόνου” διαλύεται.
Η λαϊκή αυτή θρακική λατρεία, παρουσιάζει επίσης εμφανή τα γνωστά στοιχεία του αρχαίου Διονυσιασμού.
Οι ερευνητές του εθίμου, βλέπουν τα πάθη και την Ανάσταση του Καλόγερου ως επιβίωση από τα πάθη του Θεού Διονύσου.
Το έθιμο του Μπέη – Διδυμότειχο
Πραγματοποιείται αναβίωση του εθίμου του “Μπέη”, που περιέχει διονυσιακά στοιχεία και έχει σατυρικό χαρακτήρα. Ο Μπέης είναι ώριμος άνδρας με μουστάκι, ντυμένος με “γούνα”, βαμμένος με κοκκινάδι, πολλά στολίδια, μαύρο φέσι, μπότες και φέρει μαζί του ραβδί, πιστόλια και ναργιλέ. Μέσα από αυτή την αναπαράσταση σατιριζόταν η τουρκική κατοχή και η ανέχεια της εποχής εκείνης.
Προηγείται όλων ο τελάλης, ακολουθεί η φρουρά του Μπέη, δηλ. οι αστυνομικοί του, έπειτα ο ίδιος, οι αυλικοί και οι γεωργοί, που αναπαριστούν γεωργικές εργασίες της εποχής εκείνης. Το ντύσιμο όλων σχεδόν των προσώπων, βασίζεται σε ρούχα παλαιότερων εποχών και στον αυτοσχεδιασμό. Αφού τελειώσει η “γύρα” του μπέη, γίνεται αναπαράσταση των τοπικών εργασιών (όργωμα, θερισμός) από τους γεωργούς. Ακολουθεί γαϊδουροδρομία και ρωμαϊκή πάλη. Μετά την ολοκλήρωση της ρωμαϊκής πάλης στο Μεσοχώρι, ο κόσμος μαζεύεται στις ταβέρνες, και μαζί με το προσωπικό του Μπέη, πίνει και διασκεδάζει με παραδοσιακά όργανα της περιοχής.
Δερβένα στο χωριό Μυρρίνη
Εθιμο των Αποκριών, η Δερβένα τηρείται στο χωριό Μυρρίνη, όπου οι κάτοικοι από τις γύρω περιοχές συναθροίζονται στην πλατεία του χωριού και ανάβουν φωτιές για να ξορκίσουν το κακό. Με το άναμμα της φωτιάς και το κάψιμο των ξύλων θεωρείται ότι καίγονται τα πάθη, το μίσος, η κακία και η εχθρότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι η ημέρα της συγχώρησης των μικρών από τους μεγάλους και των μεγάλων από τους μικρούς. Η παραδοσιακή αυτή τελετουργία συνοδεύεται από φαγοπότι, τραγούδια και χορούς.
Η χάσκα στις Αμυγδαλιές Γρεβενών
Την Κυριακή της Τυρινής (την Μεγάλη Αποκριά) λίγο πριν ανάψει ο φανός, συνηθιζόταν και συνηθίζεται οι πιο νέοι σε ηλικία να επισκέπτονται τους μεγαλύτερους συγγενείς τους. Τους φιλούσαν το χέρι (με το αζημίωτο φυσικά, πάντα οι μεγαλύτεροι “κερνούσαν” τους νεότερους συγγενείς τους χρήματα όταν είχαν ή γλυκά και άλλα κεράσματα)και αλληλοσυγχωριούνταν ενόψει των Αποκριών. Αφού τρώγανε στο οικογενειακό τραπέζι, η βραδιά τελείωνε με την περίφημη παραδοσιακή “χάσκα“.
Στην άκρη μακριού σπάγκου στερεωμένου σε έναν κλώστη, έδεναν ένα σφιχτό-βρασμένο και καθαρισμένο αυγό. Αυτός που κρατούσε τον σπάγκο από τον κλώστη τον περιέφερε γύρω-γύρω μπροστά στα στόματα των συγκεντρωμένων, οι οποίοι προσπαθούσαν να αρπάξουν με τα δόντια το αυγό. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο, γιατί συχνά η “χάσκα” δεν σταματούσε σε ένα σημείο και το αυγό τους ξέφευγε. Έτσι δημιουργούνταν μια ατμόσφαιρα γεμάτη με ευθυμία, γέλια και ξεφωνητά.
Μετά, περίπου στις 9 το βράδυ ακολουθούσε το άναμμα του φανού. Ο κόσμος συγκεντρώνονταν γύρω από το φανό. Τα πειράγματα, οι αθυροστομίες, οι βωμολοχίες και τα υπονοούμενα κυριαρχούν στα τραγούδια και τους χορούς γύρω από τη φωτιά, απομεινάρια από τις αρχαίες Διονυσιακές γιορτές και Αριστοφανικές εκφράσεις. Τα τραγούδια τα τραγουδούσε ο πρωτοχορευτής και επαναλάμβαναν τα λόγια οι υπόλοιποι. . Οι πιο νέοι παίρνουν φόρα και επιχειρούν να πηδήσουν πάνω από τον φανό φωνάζοντας “ψύλλοι, ψύλλοι, ψύλλοι …..”.Πολλοί τα καταφέρνουν, αλλά άλλοι όχι. Και τότε ακολουθούν γέλια και πειράγματα .Οι παλαιότεροι λένε πως αυτό γινόταν παλιά για να διώξουν τις ψείρες και τους ψύλλους που είχαν πάνω τους .Αλλά το πιο πιθανό είναι πως και αυτό είναι απομεινάρι αρχαίας λατρείας.
ΜΩΜΟΓΕΡΟΙ
- Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Συγκεκριμένα, στα χωριά (Σιταγροί κ.ά.) όπου υπάρχουν πρόσφυγες του Πόντου, την παραμονή των Χριστουγέννων, εφτά άνδρες του χωριού γίνονται οι Μωμόγεροι: η αρκούδα, που συμβολίζει τη δύναμη, η γραία το παρελθόν, η νύφη το μέλλον, το άλογο την ανάπτυξη, ο γιατρός την υγεία, ο στρατιώτης την άμυνα, η κατσίκα το την τροφή και ο Άι Βασίλης είναι η νέα χρονιά που θα έρθει σε λίγες ημέρες. Οι μεταμφιεσμένοι γυρίζουν όλη την ημέρα στους δρόμους με τη συνοδεία ζουρνάδων και νταουλιών .
- Οι επτά πρωταγωνιστές κάνουν μεταξύ τους διάφορα αστεία και από πίσω τους ακολουθεί όλο το χωριό. Ο κάθε μεταμφιεσμένος πλησιάζει ένα άτομο από το πλήθος και δεν το αφήνει ήσυχο, αν δεν προσφέρει κάτι. Αν δεν πληρώσει, τότε του αλείφει το πρόσωπο με “παστί καν” (ξινό γιαούρτι). Συχνά γίνεται και παραγγελία προς τον πρωταγωνιστή, δηλαδή τον πλήρωναν και του ζητούσαν να αλείψει με το ξινό γιαούρτι κάποιο συγκεκριμένο άτομο. Σήμερα ο σκοπός του εθίμου είναι ψυχαγωγικός, ενώ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ΄50 ήταν ευετηρικός, δηλαδή ανήκε στις εθιμικές εκείνες παραστάσεις, που κατά κανόνα είχαν ένα μαγικό χαρακτήρα και αποσκοπούσαν σε μια εύφορη χρονιά.
Ετυμολογία της λέξεως “καρναβάλι”
Η λέξη καρναβάλι δεν έχει αποδεκτή ετυμολογία από όλους, είναι μια λέξη άγνωστη, υπάρχουν ωστόσο πιθανές ετυμολογίες που δίνουν διάφοροι λαογράφοι.
Η λέξη σχετίζεται με την λέξη “αποκριά” δλδ. αποχή από το κρέας. Έτσι λένε καρναβάλι σημαίνει στα λατινικά carne (κρέας), vale (γειά σου). Αυτή όμως είναι μια ετυμολογία της λέξεως σύγχρονη βασισμένη στην Χριστιανική νηστεία και τοποθετεί την παραγωγή της λέξεως καρναβάλι μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού.
Η λέξη σχετίζεται πάλι με την λέξη αποκριά. Μια άλλη εκδοχή, το καρναβάλι ετυμολογικά προήλθε από τις λατινικές λέξεις=κάρνε (κρέας) και λεβάρε (αίρω, σηκώνω) και σημαίνει παύση της κρεοφαγίας, αντιστοιχεί δηλαδή ακριβώς στην δική μας λέξη: αποκριά, δηλαδή “αποχή από το κρέας, για την τελευταία εβδομάδα του τριωδίου και κατ’ επέκταση εννοεί όλη την χαρούμενη περίοδο του καρναβαλιού. Επίσης αυτή η ετυμολογία τοποθετείται μετά την Χριστιανική επικράτηση.
Η λέξη σχετίζεται με τα Κάρνεια και τον Θεό Κάρνειο Απόλλωνα. Η ετυμολογία αυτή μάλλον δεν στέκει αφού τα Κάρνεια γιορταζόντουσαν τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο και δεν είχαν τα έθιμα των μασκαράδων, ανάμνηση νεκρών κτλ. Ο δε Κάρνειος Απόλλων κατά τον Παυσανία βιβλίο 3.13-5,6 πήρε το όνομα Κάρνειος από το φυτό “κρανειά” και έτσι το Κάρνειος δεν έχει κάποια σχέση με την λέξη Κριός όπως λέγεται αλλά ούτε με την λέξη κάρνος = το βόσκημα, δείτε παρακάτω.
“ἐν τῇ Ἴδῃ τῇ Τρωικῇ κρανείας ἐν Ἀπόλλωνος ἄλσει πεφυκυίας τοὺς Ἕλληναςἐκτεμεῖν ἐς τοῦ ἵππου τοῦ δουρείου τὴν ποίησιν·μαθόντες δὲ ὀργήν σφισιν ἔχειν τὸνθεὸν θυσίαις ἱλάσκονται καὶ Ἀπόλλωνα ὀνομάζουσι Κάρνειον ἀπὸτῶν κρανειῶν,ὑπερθέντες τὸ ῥῶ κατὰ δή τι ἀρχαῖον.”
Η λέξη σχετίζεται με τον χοροπηδηχτό χορό των Σατύρων που είναι μεταμφιεσμένοι ως τράγοι. Έτσι το καρναβάλι μπορεί να σημαίνει βαλλισμός των κάρνων. Κάρνος κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο είναι κάρνος· φθείρ. βόσκημα, πρόβατον. Έτσι οι τράγοι που είναι τα βοσκήματα, βαλλίζουν δλδ χοροπηδάνε. Ίσως αυτή η ετυμολογία είναι πιο σωστή από τις άλλες και να συμβαδίζει και με τα αρχαία έθιμα.
Μια άλλη ετυμολογία είναι η εξής: Η ερμηνεία της λέξης “Καρναβάλι”, που δίνουν οι Έλληνες και οι ξένοι λαογράφοι, ότι δηλαδή προέρχεται από το λατινικό CARNE και LEYALEM, που σημαίνει αποχή από το κρέας, φαίνεται ότι δεν είναι σωστή, γιατί πρωταρχικό γνώρισμα των εορτών αυτών δεν είναι η αποχή αλλά η υπερκατανάλωση και το πλούσιο φαγοπότι, που πρέπει και ο πιο φτωχός να κάνει. Η λέξη αυτή, τονίζει ο ερευνητής και λαογράφος Μάνος Φαλτλαιτς, πρέπει να προέρχεται από τις λέξεις “ΚΟΡΝ”, δηλαδή κέρατο, και “ΒΑΑΛ ή ΒΗΛΟΣ”, που ήταν η επίσημη ονομασία του Θεού-Βοδιού. Η γιορτή των καρναβαλιών λοιπόν σημαίνει “ΒΟΪΔΟΚΕΡΑΤΟ” και δόθηκε ειρωνικά για να θυμίζει τη νίκη των αιγοπροβατοτρόφων εναντίων των βοϊδοτρόφων και του θεού ΒΑΑΛ. Λεπτομέριες εδώ 2dim-efkarp.thess.sch.gr>>
Μια άλλη ετυμολογία που οι λαογράφοι την απορριπτουν είναι η λέξη Καρναβάλι να προέρχεται από τις λατινικές λέξεις «carrus navalis», που σημαίνει ναυτικό αμαξίδιο, επειδή ο Θεός Διόνυσος στις γιορτές ερχόταν με τροχοφόρο καράβι.
πηγήΜαγείρευαν τα πολυσπόρια (πανσπερμία, κόλλυβα), που τα αφιέρωναν στο χθόνιο Eρμή, τον ψυχοπομπό. Η παράδοση που εξηγεί την πανσπερμία είναι πως όσοι σώθηκαν από τον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, μαγείρεψαν «χύτραν πανσπερμίας».Γινόταν η πομπική είσοδος του Διονύσου στην πόλη πάνω σε καράβι με τροχούς. Πάνω στο καράβι υπήρχαν μεταμφιεσμένοι σε ακόλουθους του Θεού Διονύσου. Αυτοί οι μεταμφιεσμένοι ήταν οι Σάτυροι και πείραζαν τον κόσμο με τις βωμολοχίες δημιουργώντας κέφι και χαρά και κωμική διάθεση.
Οι ρίζες των εθίμων αυτών εντοπίζονται στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στις Διονυσιακές εορτές όπως τα Ανθεστήρια, εορτές της Θράκης κτλ.
Ας δούμε την Αττική Διονυσιακή εορτή Ανθεστήρια.....
Ανθεστήρια ήταν ετήσια γιορτή της αναγέννησης της φύσης και γιορτή των νεκρών προς τιμή του Λιμναίου Διονύσου και του Xθόνιου Eρμή. Γίνονταν στην Aθήνα κατά τον μήνα Aνθεστηριώνα (τέλος Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου) επί τρεις ημέρες. Tο όνομα της γιορτής πιθανολογείται από το ανθέω και το σχετίζουν με το έθιμο της δεύτερης μέρας των χοών να στεφανώνουν τα τρίχρονα αγόρια με λουλούδια.
Eπειδή τα Aνθεστήρια δεν ήταν γιορτή των λουλουδιών είχε υποστηριχθεί παλαιότερα η άποψη πως και το όνομα Aνθεστήρια της όλης γιορτής δε σχετίζεται με τα άνθη, αλλά με το ρήμα «αναθέσσασθαι» που σημαίνει την ανάκληση των ψυχών (όμως η συγκοπή της πρόθεσης ανά δεν είναι χαρακτήρας της ιωνικής διαλέκτου) και σχετίζουν την ετυμολογία με την τρίτη ημέρα της γιορτής που ήταν αφιερωμένη στις ψυχές των νεκρών.
Συνοπτικά τα δρώμενα των τριών ημερών των Ανθεστηρίων ήταν τα εξής:
1η μέρα ΠιθοίγιαΆνοιγαν τους πίθους με το νέο κρασί
Συνήθιζαν να φέρνουν το πρώτο κρασί στο εν Λίμναις ιερό του Διονύσου. Κάνανε σπονδές έξω από το κλειστό ιερό του θεού, προς τιμή του ευχόμενοι να καταναλώσουν αίσια την καινούρια παραγωγή. Δοκίμαζαν οι ίδιοι το κρασί και χόρευαν και τραγουδούσαν ευχαριστώντας το Διόνυσο. Την ημέρα εκείνη καθώς και την επόμενη, οι Αθηναίοι, επέτρεπαν στους δούλους να πίνουν μαζί τους.
.
2η μέρα Χόες
Οι μεταμφιεσμένοι Σάτυροι φορούσαν προσωπείο – μάσκα. Οι μάσκες αυτές ήταν πήλινες και όμοιες μεταξύ τους.
Άλλοι Σάτυροι φορούσαν δέρματα ζώων, άλειφαν το πρόσωπό τους με την τρυγία (κατακάθι του κρασιού) και στεφανώνονταν με κισσό, το αειθαλές ιερό φυτό του Διόνυσου.
Οι Σάτυροι προσπαθούσαν να μοιάζουν με με τράγους, και χαρακτηριστικό των τράγων είναι η μεγάλη ροπή προς τα αφροδίσια.
Οι Σάτυροι χοροπηδούσαν γύρω από το τροχοφόρο καράβι του Διονύσου χτυπώντας την γη με τα πόδια τους. (ίσως από εδώ βγήκε και η λέξη καρναβάλι αφού καρναβαλλίζω σημαίνει βαλλισμός των κάρνων δλδ πηδηχτός χορός των βοσκημάτων. Κατά Ησύχιο κάρνος· φθείρ. βόσκημα, πρόβατον). Το βόσκημα γενικά μπορεί να είναι τράγος, γίδα, πρόβατο.
Γινόταν ο «ιερός γάμος» του θεού με τη σύζυγο του άρχοντος βασιλέως, την βασσίλινα, ο οποίος ήταν επικεφαλής του ιερατείου και όλων των θρησκευτικών αξιωματούχων της Aθήνας.
Γίνονταν αγώνες οινοποσίας.
Tο απόγευμα των Xοών συνηθίζονταν στους δρόμους «αι εκ των αμαξών λοιδορίαι», δηλαδή πειράγματα εναντίον διαβατών που συνηθίζονταν και στην εορτή των Ληναίων.
3η μέρα Χύτροι
Την ημέρα των Χύτρων πίστευαν ότι οι ψυχές ξαναγύριζαν στον επάνω κόσμο και βρίσκονταν αόρατες ανάμεσα στους ζωντανούς.
Πίστευαν ακόμη πως ανάμεσα στις ψυχές υπήρχε και παρουσία πονηρών πνευμάτων που ανέβαιναν στη γη με το άνοιγμα του Άδη και μόλυναν τους ανθρώπους και τις τροφές.
Έβαζαν γύρω από τα ιερά τους ένα κόκκινο νήμα που λειτουργούσε αποτρεπτικά και εμπόδιζε τα πνεύματα να εισέλθουν.
Επίσης για να τα εμποδίσουν να μπουν στα σπίτια τους άλειφαν τις πόρτες με πίσσα και μασούσαν ράμφους.
Τα βλαβερά πνεύματα του κάτω κόσμου, που μαζί με τις ψυχές έμπαιναν στα σπίτια από το βράδυ των Xοών και έμεναν με τους ζωντανούς την ημέρα των Xύτρων, τις έδιωχναν την επόμενη ημέρα με τη γνωστή φράση: «Θύραζε Κᾶρες, οὐκ ἔτ’ Ἀνθεστήρια», δηλαδή «φύγετε ψυχές των νεκρών, τα Aνθεστήρια τελείωσαν πια».
Τα Υδροφόρια ήταν μια γιορτή που γινόταν την τρίτη μέρα των Aνθεστηρίων σε ανάμνηση όσων πνίγηκαν κατά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα:
“Yδροφόρια, εορτή πένθιμος Aθήνησιν επί τοις εν τω κατακλυσμώ απολομένοις”.
Κατά τη γιορτή αυτή έριχναν άρτους από σιτάρι και μέλι σε ένα χάσμα που υπήρχε μέσα στο ναό του Oλυμπίου Διός γιατί από το χάσμα εκείνο πίστευαν ότι η Γη είχε απορροφήσει τα νερά του κατακλυσμού.
Στις μέρες μας αυτά τα έθιμα έχουν διασωθεί αλλά μεταλλαγμένα ας τα δούμε ένα – ένα:
Υπάρχουν πάρα πολλά καρναβαλικά έθιμα από την Τουρκοκρατία και δεν έχουν όλα σχέση με τις Διονυσιακές γιορτές αφού μερικά σατυρίζουν καταστάσεις στην Τουρκοκρατία. Παρακάτω θα παρατεθούν μερικά από αυτά τα έθιμα που σχετίζονται με τις Διονυσιακές γιορτές.
Σημερινά έθιμα με αρχαία Διονυσιακή προέλευση.
Συμβαίνει την Κυριακή της Τυροφάγου ή Τυρινής και ξεκινά από το πρωί όταν οι άνδρες του χωριού μαζεύονται σε κάποιο σπίτι και ντύνουν το γαμπρό. Σε άλλη γειτονιά οι γυναίκες στολίζουν τη νύφη. Το ότι η νύφη είναι κι αυτή άνδρας και μάλιστα μουστακαλής, μάλλον οφείλεται στην πατριαρχική κοινωνία που απαγόρευε στις γυναίκες να χουν θέση στα δρώμενα της κοινότητας. Στην τελετή του γάμου συμμετέχει κι ένας δαίμονας με τη μορφή σάτυρου που προσπαθεί να χαλάσει το γάμο. Σ’ όλη τη διάρκεια του μυστηρίου οι χωριάτες αισχρολογούν ακατάπαυστα, πειράζοντας οι μεν τους δε.
Δίκη του Καδή – Λιτόχωρο
Στο Λιτόχωρο Πιερίας θα αναβιώσουν το βράδυ της Κυριακής έθιμα που έχουν σκοπό τον εξαγνισμό των κακών πνευμάτων και τον εξοβελισμό της κακοτυχίας. Αυτό επιτυγχάνει, σύμφωνα με το έθιμο, ο Χορός των βωμολόχων που περιδιαβάζει όλο το χωριό με πειράγματα για όλους τους περαστικούς. Ακολουθεί βέβαια ξέφρενο γλέντι.
Στην Πολυκάρπη της Πέλλας θα αναβιώσει η Δίκη του Καδή. Οι κάτοικοι θα συγκεντρωθούν στην πλατεία για να δικάσουν τον αντιπρόσωπο της κακοκεφιάς και της κακής τύχης. Τελικά τον καταδικάζουν και καίνε το ομοίωμά του ανάμεσα σε χορούς και τραγούδια
Οι “κουδουνάτοι” στην Νάξο.
Η Νάξος θεωρείται η γενέτειρα του Θεού Διονύσου. Από το πρώτο κιόλας Σάββατο της Αποκριάς, ξεκινάει ο εορτασμός, με το σφάξιμο των χοίρων και άλλων εκδηλώσεων.
Το μεσημέρι της τελευταίας Κυριακής στην Απείρανθο, εμφανίζονται οι “κουδουνάτοι”. Αυτοί φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Οι ίδιοι κρατούν “σόμπα”, ξύλο που παραλληλίζεται με τον διονυσιακό φαλλό. Μαζί τους μπλέκονται ο “Γέρος”, η “Γριά” και η “Αρκούδα”.
Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις των “Κουδουνάτων” μπορεί κανείς να δει το “γάμο της νύφης”, το “θάνατο”, την “ανάσταση του νεκρού” και το “όργωμα”. Την Καθαρή Δευτέρα στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο, Λειβάδια κλπ. οι κάτοικοι ντύνονται “Κορδελάτοι” ή “Λεβέντες” γιατί στο φέσι και στους ώμους έχουν κορδέλες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους “Λεβέντες” αποδίδεται στους Πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι “Σπαραρατόροι”, που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στον χορό και το γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.
Ο γέρος και η κορέλα στην Σκύρο.
Με την αρχή του Τριωδίου και κάθε Σαββατοκύριακο των ημερών της Αποκριάς, το έθιμο του νησιού θέλει το “γέρο” και την “κορέλα” να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μία ξεχωριστή εικόνα των ημερών. Ο “γέρος” φοράει μία χοντρή μαύρη κάπα, άσπρη υφαντή βράκα και έχει στη μέση του 2-3 σειρές κουδούνια, το βάρος των οποίων μπορεί να φτάσει και τα 50 κιλά. Το πρόσωπο του καλύπτεται από προβιά μικρού κατσικιού και περπατώντας με χορευτικό ρυθμό, καταφέρνει να ηχούν μελωδικά τα κουδούνια που φοράει.
Η “κορέλα” η ντάμα του γέρου είναι ντυμένη με παραδοσιακά σκυριανά ρούχα με κυρίαρχο χρώμα το άσπρο σε πλήρη αντίθεση με το μαύρο χρώμα του “γέρου” έχοντας και αυτή καλυμμένο το πρόσωπό της. Χορεύει γύρω από τον γέρο καθώς αυτός βαδίζει ανοίγοντάς του δρόμο ή προσπαθώντας να τον βοηθήσει και να τον ξεκουράσει.
Οι ικανότεροι από τους γέρους μάλιστα, αφήνουν για λίγο τους δρόμους της αγοράς, όπου συγκεντρώνεται ο κόσμος και ανεβαίνουν στο Κάστρο του νησιού. Εκεί θα κτυπήσουν τις καμπάνες στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου.
Τότε η “κορέλα” την ώρα που ο “γέρος” θα σταματήσει να πάρει μίαν ανάσα, θα του τραγουδήσει σκυριανό τραγούδι, παινεύοντάς τον για τις αξίες και τις χαρές του. Το δίδυμο αυτής της σκυριανής αποκριάς συνοδεύει πολλές φορές και ο “φράγκος”. Αυτός ο μασκαράς, ντυμένος με παραδοσιακά ρούχα του νησιού αλλά και παντελόνι, σατιρίζει τους σκυριανούς εκείνους που έβγαλαν τις βράκες και φόρεσαν παντελόνια (φράγκικα).
Η προέλευση του εθίμου αυτού χάνεται στα χρόνια και πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι υπάρχουν στοιχεία και ρίζες διονυσιακών τελετών και θεωρούν τις εκδηλώσεις αυτές κατάλοιπα τέτοιων εορτών.
Οι γεροντότεροι στο νησί αναφέρουν ότι ο “γέρος” και η “κορέλα”, έρχονται κάθε χρόνο να θυμίσουν στους σκυριανούς κάποια θεομηνία που κατέστρεψε όλα τα ζώα του νησιού και για το λόγο αυτό ο τσοπάνης ζώστηκε τα κουδούνια των ζώων και ήρθε στο χωριό να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους.
Μία άλλη εκδήλωση της σκυριανής αποκριάς είναι η “τράτα” που είναι αναπαράσταση ναυτικής ζωής, όπου ψαράδες στην πλειοψηφία τους, σατιρίζουν έμμετρα καταστάσεις και γεγονότα που αφορούν τη κοινωνική ζωή στην Ελλάδα γενικότερα.
Με τα σατυρικά αυτά ποιήματα, αλλά και με την αμφίεσή τους, καταφέρνουν να προκαλούν την ευθυμία των θεατών της παράστασης αυτής που κορυφώνεται την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς.
Την Καθαρή Δευτέρα σχεδόν όλοι οι Σκυριανοί με παραδοσιακές τοπικές στολές, κατεβαίνουν στην πλατεία του χωριού και χορεύουν και τραγουδούν σκυριανά τραγούδια.
Αναπαράσταση του Βλάχικου Γάμου στην Θήβα
Ένας γάμος βρίσκεται στο επίκεντρο των εορταστικών εκδηλώσεων της Αποκριάς, στη Θήβα. Δεν πρόκειται για έναν «γάμο για τα καρναβάλια», αλλά για αναπαράσταση ενός εθίμου που φθάνει στις ημέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών. Το τελετουργικό, παρά το γεγονός ότι μεταφέρθηκε εδώ από τους Βλάχους των περιοχών Μακεδονίας – Ηπείρου – Θεσσαλίας, ενσωματώθηκε εύκολα στον κάμπο της Βοιωτίας.
Από τα Βουκόλια της Θήβας (αρχαία διονυσιακή γιορτή που κατέληγε σε γάμο) μέχρι τον Βλάχικο γάμο με το γαϊτανάκι, την πομπή, τον Πανούση-σάτυρο, τον χορό του πεθαμένου, η απόσταση δεν φαίνεται καθόλου μεγάλη. Οι ομοιότητες με τις ανοιξιάτικες διονυσιακές γιορτές της γονιμότητας και ανανέωσης είναι πολλές, οπότε το έθιμο έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από αυτήν που του αποδίδουμε σήμερα.
Στις μέρες μας 9 διευρυμένες «οικογένειες» της Θήβας, με 40-45 άτομα η κάθε μία, αναλαμβάνουν (με προκαθορισμένη σειρά ανά έτος) να πρωταγωνιστήσουν στον Βλάχικο γάμο. Από αυτές διαλέγεται ο γαμπρός. H νύφη δεν είναι πλέον άνδρας ντυμένος γυναίκα (όπως ήταν το έθιμο… και μάλιστα άνδρας με μουστάκι!). Ούτε καμία κοπέλα της Θήβας δέχεται να πάρει τη θέση της νύφης. Οπότε διαλέγουν «μοντέλο». Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι σημαντική θέση στο τελετουργικό πέρα από τους Βλάχους και τους Λιάπηδες, έχουν οι Μακεδόνες με τις δικές τους στολές, ενώ το κατ’ εξοχήν μουσικό όργανο του Βλάχικου γάμου δεν είναι το κλαρίνο, αλλά η πίπιζα.
Οι… διαδικασίες αυτού του γάμου ολοκληρώνονται την Καθαρά Δευτέρα. Μία πολύχρωμη γαμήλια πομπή θα ξεκινήσει από την εκκλησία της «Αγιά Τριάδας» προς τον δρόμο του Επαμεινώνδα όπου είναι τα «κονάκια» των συμπεθέρων. Ο γαμπρός θα… ξυριστεί ενώ οι δύο συμπέθεροι θα έχουν έναν διασκεδαστικό διάλογο για το «ελάττωμα» της νύφης, όμως τελικά θα τα «συμφωνήσουν» και το γλέντι θα κορυφωθεί στον δρόμο του Επαμεινώνδα. Το απόγευμα δεν πρέπει να χάσετε τον «χορό του πεθαμένου». Πρόκειται για άλλο ένα παλαιό έθιμο που συμβολίζει τον θάνατο του χειμώνα και τη γέννηση της άνοιξης.
Οι θρύλοι για τα “στοιχειά” στην Αμφισσα
Οι θρύλοι για τα “στοιχειά”, είχαν μεγάλη διάδοση στην περιοχή. Λέγεται πως τα “στοιχειά” αποτελούν ψυχές σκοτωμένων ανθρώπων ή ζώων που τριγυρίζουν στην περιοχή. Το σπουδαιότερο στοιχειό, που είναι συνδεδεμένο με την παράδοση είναι το στοιχειό της “Χάρμαινας”. Αυτό αγαπούσε και προστάτευε τους Ταμπάκηδες (βυρδοδέψες), που η δουλειά τους ανάγκαζε να βρίσκονται στην Βρύση νύχτα – μέρα. Πολλοί ορκίστηκαν, πως είδαν το στοιχειό να τριγυρίζει τη νύχτα σ’ όλη τη συνοικία, να καταλήγει στην πηγή του νερού και να χάνεται.
Ακόμη διηγούνται οι πιο παλαιοί πως το στοιχειό της Χάρμαινας έβγαινε κάθε Σάββατο βράδυ, κατέβαινε από της “Κολοκυθούς το Ρέμα” και γύριζε στους δρόμους μουγκρίζοντας και σέρνοντας αλυσίδες. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς αναβιώνει στην Άμφισσα ο Θρύλος του “Στοιχειού”. Από την συνοικία Χάρμαινα, όπου βρίσκονται τα παλιά Ταμπάκικα και τα σκαλιά του Αϊ Νικόλα κατεβαίνει το “στοιχειό” και μαζί ακολουθούν εκατοντάδες μεταμφιεσμένοι. Στο ιστορικό μεγάλο καφενείο της πόλης γίνονται συζητήσεις σατυρικού περιεχομένου για τους Θρύλους και τα Στοιχειά.
Τυρναβίτικο Καρναβάλι – Μπουρανί (χορτόσουπα χωρίς λάδι)
Ένα από αυτά τα έθιμα που έκανα τον Τύρναβο ξακουστό είναι το έθιμο του «Μπουρανί» την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας. Η χρησιμοποίηση σεξουαλικών και ερωτικών συμβόλων συνδυάζεται απόλυτα με τις παραδοσιακές λαϊκές εκδηλώσεις των Τυρναβιτών.
«Το μπουρανί» είναι στην κυριολεξία ένα λαϊκό πανηγύρι αλλά στην ουσία είναι η γιορτή του φαλλού και συμβολίζει την αναπαραγωγή και την ευτεκνία. Για την προέλευση του, υπάρχουν δύο εκδοχές.
Η πρώτη αναφέρει ότι οι ρίζες του βρίσκονται στις πανάρχαιες εορτές των Ελλήνων: τα Διονύσια, τα Θεσμοφόρια, τα Αφροδίσια, τα Θαργήλια και κυρίως οι αλωαί που ήταν γεωργική εορτή πανάρχαια λατρεία και προθρησκευτική.
Και η δεύτερη ότι προέρχεται από Αρβανίτες που εγκαταστάθηκαν στον Τύρναβο γύρω στο 1770, λίγο πριν τα Ορφωλικά. Η δεύτερη εκδοχή μάλλον είναι και η επικρατέστερη, καθώς τεκμηριώνεται από ιστορικά στοιχεία.
Καθώς λέγεται εκείνη την εποχή, έπεσε στον Τύρναβο επιδημία χολέρας και οι περισσότεροι κάτοικοι του βρήκαν θάνατο.
Η πόλη ερημώθηκε και ο σουλτάνος της περιοχής, έφερε ένα τμήμα Αρβανιτών, για να κτίσει την καινούργια πόλη, δίπλα στην παλιά (η περιοχή αυτή ονομάζεται «Κόκκαλα» επειδή στην περιοχή θάφτηκαν όσοι βρήκαν τον θάνατο από την χολέρα).
Οι Αρβανίτες αυτοί λοιπόν καθιέρωσαν το έθιμο που σώζεται ως τις μέρες μας.
Το έθιμο αυτό λαμβάνει χώρα την Καθαρή Δευτέρα κάθε χρόνο στον Τύρναβο. Οι κάτοικοι της πόλης πηγαίνουν στο εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στα βόρεια της πόλης σ’ έναν ελεύθερο ευρύ χώρο (ένα μεγάλο αλώνι).
Η πορεία γίνεται σε πομπή της οποίας προηγούνται διάφορες ομάδες (θίασοι) μεταμφιεσμένων ή μη (μόνον ανδρών), οι οποίοι κουβαλούσαν όλα τα απαραίτητα για την λειτουργία.
Όταν η πόλη έφθανε στο χώρο του Προφήτη Ηλία εκεί κάθε ομάδα έστρωνε στο έδαφος διάφορα φαγητά και μια μεγάλη φιάλη σε σχήμα «φαλλού» γεμάτη με κρασί ή με γαλακτόχρουν κράμα ούζου ή τσίπουρου με νερό.
Παράλληλα άναβαν φωτιά πάνω στην οποία παρασκευάζοταν το «Μπουρανί» μια χορτόσουπα από σπανάκι και ξύδι για να νοστιμίζει.
Αφού γινόταν το μπουρανί που είχε την μορφή σούπας σερβιριζόταν στους «μυουμένους» ως μέθεξη – συμμετοχή στα δρώμενα – και έτσι άρχιζε ο χορός και τα τραγούδια, οι αστεϊσμοί και τα πειράγματα με άσεμνες βασικά εκφράσεις.
Πολλοί από τους άντρες που συμμετείχαν σ’ αυτό το τελετουργικό κρατούσαν στα χέρια τους φαλλούς σαν σκήπτρα και ήταν κατασκευασμένα από ξύλο ή πηλό ή ακόμα και από ψωμί και που αποτελούσαν το κυριότερο τελετουργικό σύμβολο.
Στο έθιμο αυτό συμμετείχαν αυστηρά μόνο άντρες ενώ οι γυναίκες απείχαν, ίσως για λόγους σεμνοτυφίας λόγω των φερόμενων φαλλικών συμβόλων.
Γυναικόπαιδα όμως παρακολουθούσαν τα δρώμενα καθώς επίσης και πλήθη επισκεπτών από διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Το έθιμο του καλόγερου στο νομό Σερρών
Στο νομό Σερρών στην Αγία Ελένη την Δευτέρα της Τυρινής συναντάμε το έθιμο του “καλόγερου”. Την γιορτή αυτή αρχίζουν οι Αναστενάρηδες με απόκρυφη μυσταγωγία και συμμετέχουν και οι μίμοι, οι οποίοι συγκροτούν τον θίασο: ο Βασιλιάς, το Βασιλόπουλο, ο καπιστράς, ο καλόγερος, η νύφη, η μπάμπω και το εφταμηνίτικο, οι γύφτοι με την αρκούδα και τέλος οι Κουρούτζηδες (φύλακες).
Αφού ο θίασος του Καλόγερου επισκεφθεί όλα τα σπίτια του χωριού, συγκεντρώνονται όλοι οι κάτοικοι στην πλατεία, όπου γίνεται η προετοιμασία του συμβολικού αγρού για την σπορά και ακολουθεί η σκηνή του θανάτου και της ανάστασης του πρωταγωνιστή Καλόγερου. Μόλις αναγγελθεί η ανάσταση του πρωταγωνιστή, ο θίασος αρχίζει κυκλικό χορό γύρω από το συμβολικά σπαρμένο χωράφι με τον Βασιλιά Σπορέα, στην κορυφή του χορού. Μετά τον χορό ο Αναστενάρης δίνει τις ευχές του και το πλήθος ευχόμενο “κι από του χρόνου” διαλύεται.
Η λαϊκή αυτή θρακική λατρεία, παρουσιάζει επίσης εμφανή τα γνωστά στοιχεία του αρχαίου Διονυσιασμού.
Οι ερευνητές του εθίμου, βλέπουν τα πάθη και την Ανάσταση του Καλόγερου ως επιβίωση από τα πάθη του Θεού Διονύσου.
Το έθιμο του Μπέη – Διδυμότειχο
Πραγματοποιείται αναβίωση του εθίμου του “Μπέη”, που περιέχει διονυσιακά στοιχεία και έχει σατυρικό χαρακτήρα. Ο Μπέης είναι ώριμος άνδρας με μουστάκι, ντυμένος με “γούνα”, βαμμένος με κοκκινάδι, πολλά στολίδια, μαύρο φέσι, μπότες και φέρει μαζί του ραβδί, πιστόλια και ναργιλέ. Μέσα από αυτή την αναπαράσταση σατιριζόταν η τουρκική κατοχή και η ανέχεια της εποχής εκείνης.
Προηγείται όλων ο τελάλης, ακολουθεί η φρουρά του Μπέη, δηλ. οι αστυνομικοί του, έπειτα ο ίδιος, οι αυλικοί και οι γεωργοί, που αναπαριστούν γεωργικές εργασίες της εποχής εκείνης. Το ντύσιμο όλων σχεδόν των προσώπων, βασίζεται σε ρούχα παλαιότερων εποχών και στον αυτοσχεδιασμό. Αφού τελειώσει η “γύρα” του μπέη, γίνεται αναπαράσταση των τοπικών εργασιών (όργωμα, θερισμός) από τους γεωργούς. Ακολουθεί γαϊδουροδρομία και ρωμαϊκή πάλη. Μετά την ολοκλήρωση της ρωμαϊκής πάλης στο Μεσοχώρι, ο κόσμος μαζεύεται στις ταβέρνες, και μαζί με το προσωπικό του Μπέη, πίνει και διασκεδάζει με παραδοσιακά όργανα της περιοχής.
Δερβένα στο χωριό Μυρρίνη
Εθιμο των Αποκριών, η Δερβένα τηρείται στο χωριό Μυρρίνη, όπου οι κάτοικοι από τις γύρω περιοχές συναθροίζονται στην πλατεία του χωριού και ανάβουν φωτιές για να ξορκίσουν το κακό. Με το άναμμα της φωτιάς και το κάψιμο των ξύλων θεωρείται ότι καίγονται τα πάθη, το μίσος, η κακία και η εχθρότητα ανάμεσα στους ανθρώπους. Είναι η ημέρα της συγχώρησης των μικρών από τους μεγάλους και των μεγάλων από τους μικρούς. Η παραδοσιακή αυτή τελετουργία συνοδεύεται από φαγοπότι, τραγούδια και χορούς.
Η χάσκα στις Αμυγδαλιές Γρεβενών
Την Κυριακή της Τυρινής (την Μεγάλη Αποκριά) λίγο πριν ανάψει ο φανός, συνηθιζόταν και συνηθίζεται οι πιο νέοι σε ηλικία να επισκέπτονται τους μεγαλύτερους συγγενείς τους. Τους φιλούσαν το χέρι (με το αζημίωτο φυσικά, πάντα οι μεγαλύτεροι “κερνούσαν” τους νεότερους συγγενείς τους χρήματα όταν είχαν ή γλυκά και άλλα κεράσματα)και αλληλοσυγχωριούνταν ενόψει των Αποκριών. Αφού τρώγανε στο οικογενειακό τραπέζι, η βραδιά τελείωνε με την περίφημη παραδοσιακή “χάσκα“.
Στην άκρη μακριού σπάγκου στερεωμένου σε έναν κλώστη, έδεναν ένα σφιχτό-βρασμένο και καθαρισμένο αυγό. Αυτός που κρατούσε τον σπάγκο από τον κλώστη τον περιέφερε γύρω-γύρω μπροστά στα στόματα των συγκεντρωμένων, οι οποίοι προσπαθούσαν να αρπάξουν με τα δόντια το αυγό. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο, γιατί συχνά η “χάσκα” δεν σταματούσε σε ένα σημείο και το αυγό τους ξέφευγε. Έτσι δημιουργούνταν μια ατμόσφαιρα γεμάτη με ευθυμία, γέλια και ξεφωνητά.
Μετά, περίπου στις 9 το βράδυ ακολουθούσε το άναμμα του φανού. Ο κόσμος συγκεντρώνονταν γύρω από το φανό. Τα πειράγματα, οι αθυροστομίες, οι βωμολοχίες και τα υπονοούμενα κυριαρχούν στα τραγούδια και τους χορούς γύρω από τη φωτιά, απομεινάρια από τις αρχαίες Διονυσιακές γιορτές και Αριστοφανικές εκφράσεις. Τα τραγούδια τα τραγουδούσε ο πρωτοχορευτής και επαναλάμβαναν τα λόγια οι υπόλοιποι. . Οι πιο νέοι παίρνουν φόρα και επιχειρούν να πηδήσουν πάνω από τον φανό φωνάζοντας “ψύλλοι, ψύλλοι, ψύλλοι …..”.Πολλοί τα καταφέρνουν, αλλά άλλοι όχι. Και τότε ακολουθούν γέλια και πειράγματα .Οι παλαιότεροι λένε πως αυτό γινόταν παλιά για να διώξουν τις ψείρες και τους ψύλλους που είχαν πάνω τους .Αλλά το πιο πιθανό είναι πως και αυτό είναι απομεινάρι αρχαίας λατρείας.
ΜΩΜΟΓΕΡΟΙ
- Στις περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης και Θεσσαλίας εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους. Συγκεκριμένα, στα χωριά (Σιταγροί κ.ά.) όπου υπάρχουν πρόσφυγες του Πόντου, την παραμονή των Χριστουγέννων, εφτά άνδρες του χωριού γίνονται οι Μωμόγεροι: η αρκούδα, που συμβολίζει τη δύναμη, η γραία το παρελθόν, η νύφη το μέλλον, το άλογο την ανάπτυξη, ο γιατρός την υγεία, ο στρατιώτης την άμυνα, η κατσίκα το την τροφή και ο Άι Βασίλης είναι η νέα χρονιά που θα έρθει σε λίγες ημέρες. Οι μεταμφιεσμένοι γυρίζουν όλη την ημέρα στους δρόμους με τη συνοδεία ζουρνάδων και νταουλιών .
- Οι επτά πρωταγωνιστές κάνουν μεταξύ τους διάφορα αστεία και από πίσω τους ακολουθεί όλο το χωριό. Ο κάθε μεταμφιεσμένος πλησιάζει ένα άτομο από το πλήθος και δεν το αφήνει ήσυχο, αν δεν προσφέρει κάτι. Αν δεν πληρώσει, τότε του αλείφει το πρόσωπο με “παστί καν” (ξινό γιαούρτι). Συχνά γίνεται και παραγγελία προς τον πρωταγωνιστή, δηλαδή τον πλήρωναν και του ζητούσαν να αλείψει με το ξινό γιαούρτι κάποιο συγκεκριμένο άτομο. Σήμερα ο σκοπός του εθίμου είναι ψυχαγωγικός, ενώ μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ΄50 ήταν ευετηρικός, δηλαδή ανήκε στις εθιμικές εκείνες παραστάσεις, που κατά κανόνα είχαν ένα μαγικό χαρακτήρα και αποσκοπούσαν σε μια εύφορη χρονιά.
Ετυμολογία της λέξεως “καρναβάλι”
Η λέξη καρναβάλι δεν έχει αποδεκτή ετυμολογία από όλους, είναι μια λέξη άγνωστη, υπάρχουν ωστόσο πιθανές ετυμολογίες που δίνουν διάφοροι λαογράφοι.
Η λέξη σχετίζεται με την λέξη “αποκριά” δλδ. αποχή από το κρέας. Έτσι λένε καρναβάλι σημαίνει στα λατινικά carne (κρέας), vale (γειά σου). Αυτή όμως είναι μια ετυμολογία της λέξεως σύγχρονη βασισμένη στην Χριστιανική νηστεία και τοποθετεί την παραγωγή της λέξεως καρναβάλι μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού.
Η λέξη σχετίζεται πάλι με την λέξη αποκριά. Μια άλλη εκδοχή, το καρναβάλι ετυμολογικά προήλθε από τις λατινικές λέξεις=κάρνε (κρέας) και λεβάρε (αίρω, σηκώνω) και σημαίνει παύση της κρεοφαγίας, αντιστοιχεί δηλαδή ακριβώς στην δική μας λέξη: αποκριά, δηλαδή “αποχή από το κρέας, για την τελευταία εβδομάδα του τριωδίου και κατ’ επέκταση εννοεί όλη την χαρούμενη περίοδο του καρναβαλιού. Επίσης αυτή η ετυμολογία τοποθετείται μετά την Χριστιανική επικράτηση.
Η λέξη σχετίζεται με τα Κάρνεια και τον Θεό Κάρνειο Απόλλωνα. Η ετυμολογία αυτή μάλλον δεν στέκει αφού τα Κάρνεια γιορταζόντουσαν τον Αύγουστο – Σεπτέμβριο και δεν είχαν τα έθιμα των μασκαράδων, ανάμνηση νεκρών κτλ. Ο δε Κάρνειος Απόλλων κατά τον Παυσανία βιβλίο 3.13-5,6 πήρε το όνομα Κάρνειος από το φυτό “κρανειά” και έτσι το Κάρνειος δεν έχει κάποια σχέση με την λέξη Κριός όπως λέγεται αλλά ούτε με την λέξη κάρνος = το βόσκημα, δείτε παρακάτω.
“ἐν τῇ Ἴδῃ τῇ Τρωικῇ κρανείας ἐν Ἀπόλλωνος ἄλσει πεφυκυίας τοὺς Ἕλληναςἐκτεμεῖν ἐς τοῦ ἵππου τοῦ δουρείου τὴν ποίησιν·μαθόντες δὲ ὀργήν σφισιν ἔχειν τὸνθεὸν θυσίαις ἱλάσκονται καὶ Ἀπόλλωνα ὀνομάζουσι Κάρνειον ἀπὸτῶν κρανειῶν,ὑπερθέντες τὸ ῥῶ κατὰ δή τι ἀρχαῖον.”
Η λέξη σχετίζεται με τον χοροπηδηχτό χορό των Σατύρων που είναι μεταμφιεσμένοι ως τράγοι. Έτσι το καρναβάλι μπορεί να σημαίνει βαλλισμός των κάρνων. Κάρνος κατά τον λεξικογράφο Ησύχιο είναι κάρνος· φθείρ. βόσκημα, πρόβατον. Έτσι οι τράγοι που είναι τα βοσκήματα, βαλλίζουν δλδ χοροπηδάνε. Ίσως αυτή η ετυμολογία είναι πιο σωστή από τις άλλες και να συμβαδίζει και με τα αρχαία έθιμα.
Μια άλλη ετυμολογία είναι η εξής: Η ερμηνεία της λέξης “Καρναβάλι”, που δίνουν οι Έλληνες και οι ξένοι λαογράφοι, ότι δηλαδή προέρχεται από το λατινικό CARNE και LEYALEM, που σημαίνει αποχή από το κρέας, φαίνεται ότι δεν είναι σωστή, γιατί πρωταρχικό γνώρισμα των εορτών αυτών δεν είναι η αποχή αλλά η υπερκατανάλωση και το πλούσιο φαγοπότι, που πρέπει και ο πιο φτωχός να κάνει. Η λέξη αυτή, τονίζει ο ερευνητής και λαογράφος Μάνος Φαλτλαιτς, πρέπει να προέρχεται από τις λέξεις “ΚΟΡΝ”, δηλαδή κέρατο, και “ΒΑΑΛ ή ΒΗΛΟΣ”, που ήταν η επίσημη ονομασία του Θεού-Βοδιού. Η γιορτή των καρναβαλιών λοιπόν σημαίνει “ΒΟΪΔΟΚΕΡΑΤΟ” και δόθηκε ειρωνικά για να θυμίζει τη νίκη των αιγοπροβατοτρόφων εναντίων των βοϊδοτρόφων και του θεού ΒΑΑΛ. Λεπτομέριες εδώ 2dim-efkarp.thess.sch.gr>>
Μια άλλη ετυμολογία που οι λαογράφοι την απορριπτουν είναι η λέξη Καρναβάλι να προέρχεται από τις λατινικές λέξεις «carrus navalis», που σημαίνει ναυτικό αμαξίδιο, επειδή ο Θεός Διόνυσος στις γιορτές ερχόταν με τροχοφόρο καράβι.
πηγήΜαγείρευαν τα πολυσπόρια (πανσπερμία, κόλλυβα), που τα αφιέρωναν στο χθόνιο Eρμή, τον ψυχοπομπό. Η παράδοση που εξηγεί την πανσπερμία είναι πως όσοι σώθηκαν από τον Κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, μαγείρεψαν «χύτραν πανσπερμίας».Γινόταν η πομπική είσοδος του Διονύσου στην πόλη πάνω σε καράβι με τροχούς. Πάνω στο καράβι υπήρχαν μεταμφιεσμένοι σε ακόλουθους του Θεού Διονύσου. Αυτοί οι μεταμφιεσμένοι ήταν οι Σάτυροι και πείραζαν τον κόσμο με τις βωμολοχίες δημιουργώντας κέφι και χαρά και κωμική διάθεση.