Η Ιταλική Εαρινή Επίθεση κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου έλαβε χώρα από τις 9 ως 15 Μαρτίου 1941. Υπήρξε η τελευταία απόπειρα από τον ιταλική πλευρά να ανατρέψει την εις βάρος της έκβαση του πολέμου. Η επιθετική ενέργεια αυτή γνώρισε απόλυτη αποτυχία, ενώ οι ελληνικές δυνάμεις διατήρησαν ακέραιες τις θέσεις τους στη γραμμή του μετώπου.
Η εαρινή επίθεση με την κωδική ονομασία 'Πριμαβέρα' (ιταλ. primavera, άνοιξη) ξεκίνησε στις 6:30' το πρωί της 9ης Μαρτίου με βολές πυροβολικού και εναέριους βομβαρδισμούς, κυρίως εναντίον του τομέα της 1ης Ελληνικής Μεραρχίας μεταξύ Τρεμπεσίνας και Μπούμπεσι. Η πυκνότητα των πυρών ήταν ιδιαίτερα μεγάλη ιδιαίτερα κατά των υψωμάτων 717 και 731.
Ακολούθησαν αλλεπάλληλες επιθέσεις με τμήματα πεζικού χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.
Η ιταλική επίθεση συνεχίστηκε επί τέσσερις ημέρες με αμείωτη σφοδρότητα και με μεγάλες απώλειες ιδιαίτερα για τους επιτιθέμενους. Οι βολές του ιταλικού πυροβολικού δεν έπαυαν ούτε τη νύχτα. Οι ελληνικές δυνάμεις τελικά κατάφεραν να διατηρήσουν ακέραιες τις θέσεις τους σε όλη τη γραμμή του μετώπου, πολεμώντας πολλές φορές σώμα με σώμα, αποκρούοντας όλες τις επιθέσεις των Ιταλών.
Τα Προηγηθέντα
O Χώρος και οι Αντίπαλοι
Η εαρινή επίθεση με την κωδική ονομασία 'Πριμαβέρα' (ιταλ. primavera, άνοιξη) ξεκίνησε στις 6:30' το πρωί της 9ης Μαρτίου με βολές πυροβολικού και εναέριους βομβαρδισμούς, κυρίως εναντίον του τομέα της 1ης Ελληνικής Μεραρχίας μεταξύ Τρεμπεσίνας και Μπούμπεσι. Η πυκνότητα των πυρών ήταν ιδιαίτερα μεγάλη ιδιαίτερα κατά των υψωμάτων 717 και 731.
Ακολούθησαν αλλεπάλληλες επιθέσεις με τμήματα πεζικού χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.
Η ιταλική επίθεση συνεχίστηκε επί τέσσερις ημέρες με αμείωτη σφοδρότητα και με μεγάλες απώλειες ιδιαίτερα για τους επιτιθέμενους. Οι βολές του ιταλικού πυροβολικού δεν έπαυαν ούτε τη νύχτα. Οι ελληνικές δυνάμεις τελικά κατάφεραν να διατηρήσουν ακέραιες τις θέσεις τους σε όλη τη γραμμή του μετώπου, πολεμώντας πολλές φορές σώμα με σώμα, αποκρούοντας όλες τις επιθέσεις των Ιταλών.
Τα Προηγηθέντα
Οι αλλεπάλληλες ήττες που υπέστησαν οι ιταλικές δυνάμεις από την αρχή του πολέμου και η συνεχιζόμενη προέλαση του ελληνικού στρατού μέσα στο βορειοηπειρωτικό έδαφος, προκάλεσαν έντονες ανησυχίες στην ανώτατη ιταλική ηγεσία και ανάγκασαν τον Μουσολίνι να διατάξει στις 29/12/1940 την αντικατάσταση του, μόλις από τις 9/ 11/1940, Αρχιστράτηγου του θεάτρου Επιχειρήσεων Αλβανίας Στρατηγού Ουμπάλντο Σοντού (Ubaldo Soddu), με το νέο Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων Στρατηγό Ούγο Καβαλλέρο (Ugo Cavallero).
Ο Χίτλερ, στο μεταξύ, επειγόμενος να εκστρατεύσει κατά της Ρωσίας, συγκάλεσε στις 19 και 20 Ιανουαρίου 1941 μεγάλη σύσκεψη στο Σάλτσμπουργκ, όπου ο Μουσολίνι κατόρθωσε να αποσπάσει τη συγκατάθεση του Χίτλερ να οργανώσει μόνος του μια αποφασιστική επίθεση κατά της Ελλάδος, υπό τον όρο όμως να έχει ξεκαθαρίσει την κατάσταση μέχρι τέλος Μαρτίου 1941.
Για τον Μουσολίνι, κατά συνέπεια, δεν ήταν απλώς ζήτημα γοήτρου, αλλά κυρίως θέμα ύπαρξης και υπολογισμού πλέον της Ιταλίας ως ουσιαστικού - και όχι ως δορυφόρου - συμμάχου της Γερμανίας. Γι' αυτό σε μια απόρρητη έκθεσή του προς τον βασιλιά Βιττόριο Εμανουέλε (Vittorio Emanuele), ανέφερε: «Οφείλομεν να έχωμεν τουλάχιστον μίαν στρατιωτικήν επιτυχίαν, προ της εξαπολύσεως της επιθέσεως (κατά της Ελλάδος) κατά τας αρχάς Απριλίου υπό των Γερμανών».
Ο Μουσολίνι από την ημέρα εκείνη αφοσιώθηκε με όλες τις δυνάμεις του στην προπαρασκευή της επιχείρησης αυτής, αναπτύσσοντας πραγματικά καταπληκτική δραστηριότητα και ακούραστη ενεργητικότητα. Δέκα νωπές ιταλικές μεραρχίες στάλθηκαν στην Αλβανία, και προστέθηκαν στις ήδη εκεί υπάρχουσες δεκαπέντε. Αεροπλάνα καταδιωκτικά και βομβαρδιστικά ενίσχυσαν την ιταλική αεροπορία που δρούσε κατά της Ελλάδος. Αυτοκίνητα σε χιλιάδες, πυροβόλα σε εκατοντάδες, παντοειδή άλλα εφόδια προωθήθηκαν μέρα νύχτα στην Αλβανία. Εκεί, νέοι δρόμοι διανοίχθηκαν, παλαιοί διευθετήθηκαν, πολεμικά αεροδρόμια βελτιώθηκαν και γενικώς σημειώθηκαν άνευ προηγουμένου εργώδεις προσπάθειες και πυρετώδεις προετοιμασίες.
Ακόμη για να αναπτερωθεί το ηθικό του ιταλικού στρατού, ο «Ντούτσε του Φασισμού», όπως αρεσκόταν να προσαγορεύεται ο Μουσολίνι, προέτρεψε να καταταγούν στις Ένοπλες Δυνάμεις οι παράγοντες του Φασισμού. Στην πρόσκλησή του ανταποκρίθηκαν μέχρι τέλος Φεβρουαρίου και προσήλθαν στην Αλβανία να υπηρετήσουν ως αξιωματικοί, οι υπουργοί Μπαρτάι, Παβολίνι, Ρικάρντι, Ρίτσι, Γκόρλα, οι θορυβωδέστεροι από τους ανώτερους αξιωματούχους του Φασισμού Φαρινάτσι και Τζιανέτι, καθώς και ο γαμπρός του Μουσολίνι κόμητας Γκαλεάτσο Τσιάνο.
Τελικά, όταν ο Μουσολίνι πείσθηκε ότι τα πάντα έβαιναν κατ' ευχήν, το πρωί της 2ας Μαρτίου προσγειώθηκε στα Τίρανα πιλοτάροντας ο ίδιος το προσωπικό του αεροπλάνο. Μόλις έφθασε στην Αλβανία επέδειξε ακόμη πιο έντονη δραστηριότητα. Επισκέφθηκε τους σταθμούς διοικήσεως των μεραρχιών, των συνταγμάτων, των ταγμάτων και των λόχων ακόμα. Συνομίλησε με αξιωματικούς, αναμείχθηκε με τους στρατιώτες, δοκίμασε το συσσίτιό τους, χώθηκε κάτω από αντίσκηνα, πήγε σε αεροδρόμια, νοσοκομεία. Έλεγε σ' όλους, ακόμα και στους Αλβανούς «εθελοντές», πως από την επίθεση αυτήν και την επιτυχία της εξαρτιόταν το μέλλον της Ιταλίας και η ευτυχία αυτών των ίδιων. Προσπάθησε ιδιαίτερα - παραδόξως, χωρίς ν' αντιμετωπίσει αποδοκιμασίες - και τον εγωισμό τους να ερεθίσει, και τα ταπεινά τους ένστικτα να υποδαυλίσει.
Και όταν τέλος θεώρησε πως όλα ήταν έτοιμα, έδωσε το παράγγελμα της επίθεσης. Το βράδυ της 8ης προς 9η Μαρτίου διανυκτέρευσε στο προκεχωρημένο παρατηρητήριο του όρους Κόμαριτ, απ' όπου όχι μόνο επρόκειτο να παρακολουθήσει απλώς την επίθεση, αλλά και να τη διευθύνει ο ίδιος προσωπικά, δίνοντας διαταγές στον Αρχιστράτηγο Καβαλλέρο, που βρισκόταν συνεχώς στο πλάι του.
Υπενθυμίζεται ότι μετά την προσχώρηση της Βουλγαρίας στον Άξονα την 1/3/1941, άρχισαν από τις 2/3/1941 να εισέρχονται Γερμανικές Δυνάμεις στο έδαφός της και των οποίων οι εμπροσθοφυλακές έφθασαν στις 9/3/1941 προ των Ε/Β Συνόρων.
O Χώρος και οι Αντίπαλοι
α. H περιοχή του πεδίου της μάχης περιελάμβανε την εδαφική έκταση μεταξύ των ποταμών Άψου και Αώου, ιππαστί της κοιλάδας του παραποτάμου του Αώου π. Ντεσνίτσα και της κυρίας οδού Βεράτι-Μπαλαμπάν-Κλεισούρα. H γραμμή επαφής των εμπολέμων στοιχιζόταν επί των ΒΔ καταπτώσεων της Τρεμπεσίνας (υψ. 1710) - Φόντε (υψ. 1030) - Μπούμπεσι (υψ. 710) - Μάλι Σπαντάριτ (υψ. 1110).
Σημειώνεται, ότι η κατεχόμενη από τις ελληνικές δυνάμεις γραμμή, που είχε δημιουργηθεί συνεπεία των προσφάτων επιχειρήσεων, παρουσίαζε ορισμένες επικίνδυνες «εξέχουσες» προς τον εχθρό.
β. Οι Ιταλοί, είχαν αναθέσει την όλη επιχείρηση στην 11η Στρατιά, (Αντιστράτηγος Κάρλο Τζελόζο (Carlo Geloso)), ενώ η αναπτυγμένη βορειότερα 9η Στρατιά, (Αντιστράτηγος Αλεσσάντρο Πίρτσιο Μπιρόλι Masandro Pirzio Biroli)), δεν είχε καν ειδοποιηθεί ότι ο Ιταλικός Στρατός θα αποδυόταν στην πιο σοβαρή προσπάθειά του από την έναρξη του πολέμου. Οι δυνάμεις τους είχαν διατεθεί από βορρά προς νότον ως εξής:
Πρώτο Κλιμάκιο:
- 22 ΜΠ «Κυνηγοί των «Άλπεων». [Ταξίαρχος Τζιοβάννι Πιβάνο (Giovanni Pivano)]
- 59 ΜΠ «Κάλιαρι». [Υποστράτηγος Γκιουζέππε Τζιάννι (Giuseppe Gianni)]
- 38 ΜΠ «Πούλιε». [Υποστράτηγος Αλμπέρτο Ντ' Απόντε (Α^ιτΌ D' Aponte)]
- Λεγεώνα Μελανοχιτώνων με τα 152 και 155 Τάγματα Μελανοχιτώνων (στον αυχένα Σίσικουτ ιππαστί της αμαξιτής οδού).
- 24 ΜΠ «Πινερόλο». [Υποστράτηγος Γκιουζέππε Ντε Στέφανις (Giuseppe De Stefanis)]
- 2α ΜΠ «Σφορτσέσκα». [Υποστράτηγος Αλφόνσο Ολλεάρο (Alfonso Ollearo)]
Δεύτερο Κλιμάκιο:
- 47 ΜΠ «Μπάρι». [Υποστράτηγος Ματτέο Νέγκρο Matteo Negro)]
- 51 ΜΠ «Σιένα». [Υποστράτηγος Γκουαλτιέρο Γκαμπούττι (Gualtiero Gabutti)]
- 7 ΜΠ «Λύκοι της Τοσκάνης». [Υποστράτηγος Οττάνιο Μπολλέα (Ottanio Bollea)]
- Τρεις Λεγεώνες Μελανοχιτώνων. Εφεδρεία, στην περιοχή Τεπελενίου:
- 29 ΜΠ «Πιεμόντε». [Υποστράτηγος Ροντόλφο Νάλντι
- 131 Τεθωρακισμένη Μεραρχία «Κένταυροι». [Υποστράτηγος Τζιοβάννι Μάλι (Giovanni Magli)]
Εκτός από τις ανωτέρω δυνάμεις, διέθεταν μεταξύ Άψου και Αώου ποταμών διάφορα συντάγματα Βερσαλλιέρων και τάγματα Αλπινιστών, των οποίων το σύνολο ανερχόταν σε δεκαπέντε περίπου τάγματα πεζικού και δύο τάγματα πολυβόλων. Επισημαίνεται, ακόμη, ότι οι Ιταλοί διέθεταν αρκετές «νωπές» δυνάμεις και δεν αντιμετώπιζαν πρόβλημα αναπλήρωσης των απωλειών, ενώ η εξαιρετικά πολυάριθμη ιταλική αεροπορία υπερίσχυε σαφώς της ελληνικής, παρά τη σχετική ενίσχυσή της από την αγγλική αεροπορία.
γ. Οι Έλληνες, με το Β' Σώμα Στρατού, (Υποστράτηγος Γεώργιος Μπάκος), στην ζώνη του οποίου θα εκτοξευόταν η ιταλική επίθεση, παρέτασσαν από τον Αώο μέχρι τον Άψο π. τις ακόλουθες δυνάμεις:
Πρώτο Κλιμάκιο:
XVII ΜΠ (Υποστράτηγος Αναστάσιος Ρουσσόπουλος)
V ΜΠ (Υποστράτηγος Γεώργιος Παπαστεργίου) I ΜΠ (Υποστράτηγος Βασίλειος Βραχνός)
VI ΜΠ (Συνταγματάρχης (ΠΣ) Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος) XI ΜΠ (Συνταγματάρχης (ΙΠ) Σωκράτης Δημαράτος)
Δεύτερο Κλιμάκιο:
Ως εφεδρείες του Τμήματος Στρατιάς Ηπείρου (ΤΣΗ), (Αντιστράτηγος Ιωάννης Πιτσίκας), διατέθηκαν τρία συντάγματα, ανά ένα από τις ΜΠ πρώτου κλιμακίου XV και XVII και ένα από την VI ΜΠ, (Υποστράτηγος Νικόλαος Μάρκου), η οποία στάθμευσε στην περιοχή βορείως της Κλεισούρας. Επίσης, στην περιοχή του χωριού Λίμπχοβα (ΝΑ Αργυροκάστρου) είχε ετοιμότητα επέμβασης στη ζώνη του Β' ΣΣ. η IV ΜΠ.
Υπογραμμίζεται ότι η δύναμη των Ελληνικών Σχηματισμών είχε αισθητά μειωθεί, χωρίς να υφίσταται πλέον δυνατότητα ικανοποιητικής αναπλήρωσης των απωλειών. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η V Μεραρχία Κρητών από την είσοδό της στον αγώνα στις 29 Ιανουαρίου μέχρι στις 18 Φεβρουαρίου είχε απώλειες 3344 άνδρες (νεκρούς, τραυματίες, παγόπληκτους), επί συνόλου 13000 περίπου.
Τα Σχέδια των Αντιπάλων
Ιταλοί
H ιταλική επίθεση, σύμφωνα με το σχέδιο του Καβαλλέρο, που βρέθηκε στα έγγραφα συλληφθέντος τραυματία Ιταλού ταγματάρχη, θα εξαπολυόταν στις 9 Μαρτίου και θα εκδηλωνόταν σε περιορισμένο μέτωπο μεταξύ των ποταμών Αώου και Άψου, στη γενική κατεύθυνση Γκλάβα-Μπούμπεσι-Κλεισούρα, με σκοπό τη διάρρηξη της τοποθεσίας, στον τομέα της I Ελληνικής ΜΠ μεταξύ Τρεμπεσίνας και Μπούμπεσι και την προώθηση υπό μορφή σφήνας δια της κοιλάδας του Ντέσνιτσα π. προς τον οδικό κόμβο της Κλεισούρας. Έτσι, αποκόπτοντας στην Τρεμπεσίνα και στο Σεντέλι τις V και XVII ΜΠ αντιστοίχως και απωθώντας προς το Μάλι Γαρονίν τις XV και XI ΜΠ, θα προελαύναν στη συνέχεια δια της κοιλάδας του Αώου π. προς Πρεμετή-Λεσκοβίκι-Μέρτζανη, θα διαχώριζαν το βόρειο από το νότιο μέτωπο και θα κατευθύνονταν προς τα !ωάννινα, τα οποία αποτελούσαν και τον τελικό αντικειμενικό σκοπό της επίθεσης.
Η κύρια προσπάθεια επί μετώπου 6χλμ. ανατέθηκε στο VIII Σώμα Στρατού, (Αντιστράτηγος Γκαστόνε Γκαμπάρα (Gastone Gambara), με τις ΜΠ «Κάλιαρι», «Πούλιε», «Πινερόλο» και «Μπάρι», καθώς και Λεγεώνα Μελανοχιτώνων με δύο Τάγματα Μελανοχιτώνων. Το Σ.Σ. πλαισιωνόταν δεξιά (νότια) από τη ΜΠ «Σφορτσέσκα» του XXV Σ.Σ. και αριστερά (βόρεια) από τη ΜΠ «Κυνηγοί των Άλπεων» του IV Σ.Σ.
Ειδικότερα, το σχέδιο ενεργείας του VIII Σ.Σ. προέβλεπε επίθεση επί τριών κατευθύνσεων, με τις ακόλουθες δυνάμεις, προς κατάληψη των κάτωθι αντικειμενικών σκοπών (ΑΝΣΚ):
- 59 ΜΠ «Κάλιαρι»: «Να επιτεθεί στη βόρεια κατεύθυνση Κ!ΑΦΕ MΠOYMΠEΣI-TOΣKITΣI-ΜΠΡΕΓΚΟΥ MEMOYΛAZIT-MAΛI ΓAPONIN-MAΛI KPEΣOBAΣ και να καταλάβει το ΜΑΛ! ΓAPONIN (1ος ΑΝΣΚ) και ακολούθως το MAΛI KPEΣOBAΣ (2ος ΑΝΣΚ)».
- 38 ΜΠ «Πούλιε»: «Να επιτεθεί στην κεντρική κατεύθυνση MONAΣTEPO (Υψ. 731)-BINOKAZIT-MΠAΛAMΠAN-PONTEN-ΣOYKA-ΦPATAPI και να καταλάβει το PONTEN και τη ΣOYKA (1ος ΑΝΣΚ) και ακολούθως το ΦPATAPI (2ος ΑΝΣΚ)».
- 24 ΜΠ «Πινερόλο»: «Να επιτεθεί στη νότια κατεύθυνση αυχένας ΣIΣIKOYT-KIAΦE ΛOYZIT-ΨAPI-ΠONTΓKOPANI-KΛEIΣOYPA και να καταλάβει την ΠONTΓKOPANI (1ος ΑΝΣΚ) και την ΚΛΕ^ΥΡΑ (2ος ΑΝΣΚ).
- Λεγεώνα Μελανοχιτώνων με τα 152 και 155 Τάγματα Μελανοχιτώνων: «Να κινείται μεταξύ των Μεραρχιών «Πούλιε» και «Πινερόλο», ως συνδετικό τμήμα.
47 ΜΠ «Μπάρι»: Εφεδρεία. «Ακολουθούσα την κεντρική κατεύθυνση, να έχει ετοιμότητα επέμβασης υπέρ των Μεραρχιών πρώτου κλιμακίου, με προτεραιότητα υπέρ της κύριας προσπάθειας».
Το ανωτέρω σχέδιο του Στρατηγού Καβαλλέρο, σχετικώς περιορισμένου ΑΝΣΚ βάθους, που αποσκοπούσε κυρίως στην ανακούφιση του τομέα Αυλώνας, είχε προκριθεί απ' τον Μουσολίνι, έναντι του αντίστοιχου και πλέον φιλόδοξου σχεδίου, υποβληθέντος από τον διατελέσαντα πρώτο Αρχηγό των Iταλικών Δυνάμεων Αλβανίας και ήδη Υφυπουργό Στρατιωτικών Στρατηγό Αλφρέδο Γκουτζόνι (Alfredo Guzzoni). Αυτό, προέβλεπε κύρια επίθεση στον άξονα Βεράτι-Πόγραδετς-Κορυτσά-Καστοριά-Φλώρινα-Θεσσαλονίκη, αφενός μεν προς ανακατάληψη του κόμβου της Κορυτσάς και αντιστάθμιση της πρώτης σημαντικής ήττας των ^αλών κατά την έναρξη του πολέμου, αφετέρου δε στη συνδυασμένη προσπάθεια με την επικείμενη εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα μέσω Βουλγαρίας, προς κατάληψη της Φλώρινας και της Θεσσαλονίκης.
Έλληνες
Oι προπαρασκευές των Ιταλών είχαν ήδη γίνει αντιληπτές από το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου και το Β' Σ.Σ., σύμφωνα με τις οδηγίες του Γενικού Στρατηγείου και ενώ συνέχιζε τις τοπικές επιθετικές επιχειρήσεις του, είχε εκδόσει από τις 9 Φεβρουαρίου διαταγή αμυντικής εγκατάστασης. Αυτό το χρονικό διάστημα ήταν σημαντικό για τη συμπλήρωση της άμυνας και για τη σφυρηλάτηση του ηθικού των ανδρών, με αποτέλεσμα κατά την έναρξη της ιταλικής επίθεσης, όλοι να είναι προπαρασκευασμένοι ηθικώς και υλικώς για την απόκρουσή της. Τις τελευταίες ημέρες πριν απ' την επίθεση και ιδίως στις 8 Μαρτίου, η υαλική Αεροπορία σημείωσε έντονη δράση, βομβαρδίζοντας εφεδρείες, συγκεντρώσεις τμημάτων, θέσεις πυροβολικού, σταθμούς διοίκησης, παρατηρητήρια κ.α.
H Διεξαγωγή της Μάχης
1η Ημέρα (9 Μαρτίου)
Στις 06.30 άρχισε η προπαρασκευή του εχθρικού πυροβολικού, η οποία διήρκεσε δυόμιση ώρες. Στον τομέα της I ΜΠ, (Διοικητής Υποστράτηγος Βραχνός) και σε μέτωπο 6 χλμ., 300 περίπου πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων έβαλαν υπέρ τις 100.000 οβίδες, χωρίς να υπολογίζονται τα βλήματα όλμων 81 χιλ. Τα υψ. 717, Μπρέγκου Ραπίτ και 731 ανασκάφηκαν και τα μέσα διοίκησης εξαρθρώθηκαν.
Η επίθεση εκδηλώθηκε σταδιακά από την 07.30 ώρα σε ολόκληρο το μέτωπο της Μεραρχίας, από το υψ. 1308 στις βόρειες καταπτώσεις της Τρεμπεσίνας μέχρι το χωρίο Μπούμπεσι, όπου ο εχθρός εφάρμοσε την κύρια προσπάθεια. Με ανάλογη σφοδρότητα ενήργησε και κατά του υψ. 731, του οποίου οι υπερασπιστές με αγώνα σώματος προς σώμα αποδεκάτισαν και ανέτρεψαν τους επιτιθέμενους. Νέα προσπάθεια των Ιταλών με άλλη μονάδα πέτυχε την κατάληψη του υψ. 717 (500μ. δυτικά του υψ. 731), κείμενου εκτός της αμυντικής διάταξης, το οποίο, όμως με άμεση αντεπίθεση ανακαταλήφθηκε. Περί τις 12.00 οι Ιταλοί εξαπέλυσαν νέα επίθεση κατά των υψ. 1060, Κιάφε Λούζιτ, υψ. 731 και 717 και πέτυχαν μόνο την εκ νέου κατάληψη του υψ. 717.
Τρεις ανανεωμένες επιθέσεις στις 14.00, 15.00 και 16.50 κατά των υψ. Κιάφε Λούζιτ, υψ. 1060, υψ. 731, Μπρέγκου Ραπίτ και υψ. 709 απέτυχαν, με σοβαρότατες απώλειες των επιτιθέμενων, συλληφθέντων και 24 αιχμαλώτων.
Έτσι, η πρώτη ημέρα της επίθεσης στον τομέα της I ΜΠ, όπου εφαρμόσθηκε η κύρια προσπάθεια, είχε ως πενιχρό αποτέλεσμα την κατάληψη του εκτός διατάξεως υψ. 717. Xαρακτηριστικό γεγονός ήταν ότι, καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας, η Ιταλική Αεροπορία επέδειξε έντονη και συνεχή δραστηριότητα με τη συμμετοχή πλέον των 190 αεροσκαφών εξ ων 70 βομβαρδιστικά.
To B' Σ.Σ., κατά τη διάρκεια του αγώνα έσπευσε να ενισχύσει την I ΜΠ με ένα σύνταγμα της VI ΜΠ και με δύο ακόμη τάγματα από τις εφεδρείες του.
Στη ζώνη της XV ΜΠ, που αμυνόταν αμέσως δεξιά (βόρεια) της I ΜΠ, ο εχθρός είχε την ίδια τύχη και οι επιθέσεις του αποκρούσθηκαν με βαριές απώλειες.
Στο δεξιό (βόρειο) άκρο της διάταξης του B' Σ.Σ., που κατείχε η XI ΜΠ, επίσης, αντιμετωπίσθηκαν επιτυχώς σφοδρές επιθέσεις του εχθρού, ο οποίος επιδίωξε την κατάληξη των υψ. Μπρέγκον Λιούλεϊ και Μάλι Σπαντάριτ.
Την ίδια τύχη είχε και η επίθεση στη ζώνη της V ΜΠ, η οποία αμυνόταν αμέσως αριστερά (νότια) της I ΜΠ στην Τρεμπεσίνα.
H XVII ΜΠ, η οποία ήταν αναπτυγμένη στην περιοχή του αυχένα Μετζγκοράνης, αριστερά (νότια) της V ΜΠ, μεταξύ Σεντέλι και Τρεμπεσίνας, αντιμετώπισε κι αυτή με επιτυχία επίθεση των Ιταλών κατά του υψ. 1437 και του αυχένα Μετζγκοράνης.
Τέλος, στον τομέα της II ΜΠ νότια του Αώου π., η δράση των Ιταλών περιορίσθηκε σε εντατικούς βομβαρδισμούς πυροβολικού και όλμων.
Έτσι, έληξε η πρώτη ημέρα της πολυδιαφημισθείσας «Εαρινής» επίθεσης των Ιταλών, με μόνη την απώλεια του ελαχίστης τακτικής σημασίας υψ. 717, παρά τις τεράστιες προσπάθειες που καταβλήθηκαν και προς πλήρη απογοήτευση του Μουσολίνι. Το B' Σ.Σ. διατήρησε αρραγή την κύρια αμυντική τοποθεσία, ενώ τα τμήματα που δέχτηκαν την επίθεση, αμύνθηκαν με εξαιρετική γενναιότητα και υψηλό ηθικό.
2η Ημέρα (10 Μαρτίου)
Από τις 06.45, οι Ιταλοί επανέλαβαν την επιθετική τους προσπάθεια, προσβάλλοντας την αμυντική τοποθεσία της I ΜΠ με καταιγισμό πυρών πυροβολικού και πεζικού. Επακολούθησαν αλλεπάλληλες επιθέσεις κατά των υψ. 731, Μπρέγκου Ραπίτ και Τρεμπεσίνας σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, χωρίς όμως αποτέλεσμα και με σοβαρότατες απώλειες των Ιταλών. O αγώνας υπήρξε σκληρός και σε πολλές περιπτώσεις εξελίχθηκε σε μάχη «εκ του συστάδην».
Σύνταγμα της Μεραρχίας «Πούλιε» το οποίο προωθήθηκε από τις 11.15 κατά μήκος της αμαξιτής οδού και επιχείρησε να υπερκεράσει το υψ. 731 από νότια, δέχθηκε καταιγιστικά πυρά όλων των όπλων από τα κατεχόμενα υψώματα Τρεμπεσίνας-Κιάφε Λούζιτ και 731, με αποτέλεσμα να ανατραπεί και να διαλυθεί. Άλλη υπερκερωτική ενέργεια των Ιταλών δια μέσου της χαράδρας Πρόι Μαθ, αναχαιτίσθηκε ομοίως στο ύψος του υψ. 731.
Στον τομέα της XV ΜΠ, από τις 07.00 εκτοξεύθηκαν σφοδρά πυρά πυροβολικού και όλμων κυρίως κατά του Μπούμπεσι (υψ. 710) και υψ. 869 και ακολούθησαν αλλεπάλληλες επιθέσεις, οι οποίες και αποκρούσθηκαν με σοβαρές απώλειες για τον εχθρό.
Στον τομέα της XI ΜΠ, ο καταιγισμός πυρών πυροβολικού και όλμων διήρκεσε από τις 06.50 μέχρι τις 08.00 με ιδιαίτερη βαρύτητα κατά του υψ. Μάλι Σπαντάριτ, κατά του οποίου εκδηλώθηκε στις 09.30 ισχυρή ιταλική επίθεση. Επακολούθησε αγώνας «εκ του συστάδην», κάτω από πυκνή ομίχλη και ραγδαία βροχή, που έληξε με την απώθηση του εχθρού. Τμήματά του, που κατόρθωσαν να διεισδύσουν στα νότια του Μάλι Σπαντάριτ υπό την κάλυψη της ομίχλης, εκμηδενίσθηκαν με αντεπιθέσεις ενός τάγματος που προωθήθηκε έγκαιρα για να αποκαταστήσει την τοποθεσία.
H XVII ΜΠ, σύμφωνα με προηγούμενο σχέδιό της, εξαπέλυσε επίθεση προς κατάληψη του υψ. 1623 της Τρεμπεσίνας δυτικά του υψ. 1437. Μαχόμενη, όμως, κάτω από δυσμενέστατες καιρικές και εδαφικές συνθήκες και αντιμετωπίζοντας φράγμα πυρών, αναγκάσθηκε να ανακόψει την επίθεσή της.
Τους τομείς των II και V ΜΠ, ο εχθρός προσέβαλε με πυροβολικό και όλμους και κυρίως σφυροκόπησε το υψ. Πούντα Νορντ.
3η Ημέρα (11 Μαρτίου)
Στις 04.30, με την ίδια σφοδρότητα των προηγουμένων ημερών συνεχίσθηκε η επίθεση στον τομέα της I ΜΠ με κύρια προσπάθεια και πάλι το υψ. 731, χωρίς αποτέλεσμα.
O εχθρός, επίσης, παράλληλα επανέλαβε την υπερκερωτική του ενέργεια στην περιοχή Βινοκάζιτ δια μέσου της χαράδρας Πρόι Μαθ. Παρά την πυκνή ομίχλη, η διείσδυση των Ιταλών έγινε έγκαιρα αντιληπτή και δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά από τα πλευρά και τα νώτα. Στις μεσημβρινές ώρες τα πυρά έπαυσαν, όταν οι Ιταλοί ύψωσαν λευκά μαντήλια σ' όλο το μήκος της χαράδρας και παραδίδονταν άοπλοι. Συνελήφθησαν 521 αιχμάλωτοι, μεταξύ των οποίων και τρεις ανώτεροι αξιωματικοί, ενώ καταμετρήθηκαν 250 νεκροί και κυριεύθηκε παντοειδές υλικό.
Στο μεταξύ, εντάθηκε ο βομβαρδισμός των ελληνικών θέσεων στην Τρεμπεσίνα-Κιάφε Λούζιτ και 731, κατά του οποίου ο εχθρός εξαπέλυσε στις 10.45 και νέα σφοδρή επίθεση. O αγώνας συνεχίσθηκε με πείσμα μέχρι τις 13.00, οπότε αποκρούσθηκε η επίθεση, όπως και αυτή κατά του Μπρέγκου Ραπίτ, με τρομερές απώλειες του εχθρού.
Στον τομέα της XV ΜΠ, οι Ιταλοί, μετά από σφοδρό βομβαρδισμό πυροβολικού, εκτόξευσαν δύο επιθέσεις, στις 08.00 και 16.00, οι οποίες αποκρούσθηκαν με σοβαρές γι' αυτούς απώλειες.
Στον τομέας της XVII ΜΠ ο εχθρός, μετά από σφοδρό βομβαρδισμό, επιτέθηκε κατά των υψ. Μετζγκοράνη και 1437, χωρίς επιτυχία. Δύο νέες επιθέσεις στις 17.00 και 19.30 είχαν το ίδιο αποτέλεσμα.
Στους τομείς των V και XI ΜΠ συνεχίσθηκε το σφυροκόπημα της τοποθεσίας, ενώ μικρής κλίμακας εχθρικές επιθέσεις αποκρούσθηκαν.
Τέλος, στον τομέα της II ΜΠ, η δράση του εχθρικού πυροβολικού δεν παρουσίασε την ένταση των δύο προηγούμενων ημερών.
Οι απώλειες της Ιταλικής Μεραρχίας «Πούλιε» και των Μονάδων Μελανοχιτώνων που μάχονταν στον τομέα της I ΜΠ, ήταν τόσο σοβαρές ώστε τη νύχτα 11/12 Μαρτίου η Ιταλική Διοίκηση προώθησε εκεί την εφεδρική Μεραρχία «Μπάρι».
Στις 00.45 εκδηλώθηκε νέα σφοδρότατη αιφνιδιαστική νυκτερινή επίθεση στον τομέα της I ΜΠ, από ανέπαφα τμήματα της νεοεισελθούσας Μεραρχίας «Μπάρι», κατά των υψ. 731 και Μπρέγκου Ραπίτ με την υποστήριξη μάζας πυροβολικού που επεκτάθηκε και στο υψ. Κιάφε Λούζιτ. Τα τμήματά μας, όμως, που βρίσκονται σε αυξημένη ετοιμότητα, απέκρουσαν τους επιτιθέμενους με πυκνά πυρά και αγώνα «εκ του συστάδην».
4η Ημέρα (12 Μαρτίου)
Στις 05.30 επαναλήφθηκε η επίθεση χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού στη ζώνη από το υψ. 1060 της Τρεμπεσίνας μέχρι του υψ. Μπρέγκου Ραπίτ, με την ίδια κατάληξη.
Στις 09.30 απόπειρα διεισδύσεως του εχθρού προς το Κιάφε Λούζιτ είχε την αυτήν τύχη.
Από τις 11.00 η δράση του εχθρού περιορίσθηκε σε βομβαρδισμό πυροβολικού σε όλη την έκταση του τομέα της I ΜΠ.
Στον τομέα της XV ΜΠ, δύο επιθέσεις κατά του Μπούμπεσι αποκρούσθηκαν.
Στους τομείς των II, V, XI ΜΠ συνεχίσθηκαν οι βολές πυροβολικού όλο το 24ωρο.
Στον τομέα της XVII ΜΠ, καταπληκτική καταδρομική ενέργεια ελληνικής δύναμης δύο ομάδων υπό υπολοχαγό ΝΔ της Μετζγκοράνης, είχε ως αποτέλεσμα την αιχμαλωσία 12 Ιταλών αξιωματικών και 223 οπλιτών, καταληφθέντων «εξαπίνης» στη βάση εξόρμησής τους.
H μέχρι τότε πλήρης αποτυχία των Ιταλών έβαλε σε ζωηρή ανησυχία τον Μουσολίνι, σε συνδυασμό και με έκθεση του Στρατηγού Τζελόζο που ανέφερε ότι η όλη επιχείρηση έπρεπε να θεωρείται αποτυχούσα. Μετά απ' αυτό, ο Μουσολίνι το απόγευμα της 12ης Μαρτίου συγκάλεσε σύσκεψη των Διοικητών των Μεγάλων Μονάδων, όπου τόνισε την ανάγκη συνέχισης της επίθεσης με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις για να επιτευχθούν οι τεθέντες αντικειμενικοί σκοποί, προτού οι Γερμανοί επιτεθούν κατά της Ελλάδος στις αρχές Απριλίου, όπως αναμενόταν.
Με βάση αυτήν την απόφαση, στις 21.15 διέταξε τον παρευρισκόμενο Α/ΓΕΑ Πτέραρχο Πρίκολο να διαθέσει την επόμενη ημέρα όλο το διατιθέμενο αεροπορικό δυναμικό.
5η Ημέρα (13 Μαρτίου)
Μέχρι τη μεσημβρία, ο τομέας της I ΠΜ παρουσίαζε τη συνήθη δράση πυροβολικού και όλμων. Από τις 13.30 εκδηλώθηκε σφοδρός βομβαρδισμός σε όλη την αμυντική τοποθεσία και στις 15.30 εκτοξεύθηκε ισχυρότατη επίθεση κατά των υψ. 731 και Μπρέγκου Ραπίτ, ενώ ταυτόχρονα 31 αεροσκάφη διώξεως που συνόδευαν 4-5 πεντάδες βομβαρδιστικών υποστήριζαν την όλη ενέργεια. O αγώνας συνεχίσθηκε μέχρι τις απογευματινές ώρες και οι επιτιθέμενοι ανατράπηκαν οριστικά, με μεγάλες απώλειες κι από τις δύο πλευρές.
Στις 18.00 οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και νέα επίθεση χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού κατά του υψ. 731, τη δεκάτη τρίτη στη σειρά, η οποία και πάλι αποκρούσθηκε.
Στους τομείς των V, XI, XV και XVII ΜΠ, σημειώθηκε μόνο δράση πυροβολικού με ιδιαίτερη ένταση κατά του υψ. 710 (Μπούμπεσι) και νότια μέχρι Κιάφε Λούζιτ. H Ιταλική Αεροπορία με 200 εξόδους σε διαδοχικά κύματα ενήργησε βομβαρδισμούς σε όλη τη ζώνη του Β' Σ.Σ. και κυρίως κατά των υψ. 1308, Κιάφε Λούζιτ και Μάλι Σπαντάριτ.
Έτσι και η 5η ημέρα κατέληξε σε πλήρη αποτυχία των Ιταλών, παρά τις προτροπές και αγωνιώδες εκκλήσεις του Μουσολίνι και της μαζικής επέμβασης της Αεροπορίας και τους καταιγισμούς του πυροβολικού τους.
6η Ημέρα (14 Μαρτίου)
Στον τομέα της I ΜΠ, οι Ιταλοί από τις 00.30 άρχισαν να προωθούν μικρά τμήματα στη χαράδρα Πρόι Βέλες, βόρεια του Μπρέγκου Ραπίτ, τα οποία με το πρώτο φως έγιναν αντιληπτά. Επακολούθησε αντεπίθεση των Ελλήνων, που κατέληξε στην άτακτη υποχώρηση των Ιταλών και στη σύλληψη 25 αιχμαλώτων.
Τις πρωινές ώρες επαναλήφθηκε σφοδρός βομβαρδισμός πυροβολικού μέχρι τις 10.00, οπότε οι Ιταλοί εξαπέλυσαν και πάλι ισχυρότατη επίθεση κατά των υψ. 731 και Μπρέγκου Ραπίτ, η οποία περί την 12.30 αποκρούσθηκε.
O βομβαρδισμός πυροβολικού και αεροπορίας συνεχίσθηκε και στις 15.00 εξαπολύθηκε και νέα επίθεση, η δεκάτη πέμπτη, εναντίον του υψ. 731 και Μπρέγκου Ραπίτ. Μετά σκληρότατο και εναλλασσόμενο αγώνα μέχρι τις 17.00, οι Ιταλοί πέτυχαν να καταλάβουν μικρά τμήματα των υψ. 717 και 731, αλλά οι υπερασπιστές τους με θυελλώδη αντεπίθεση τους ανέτρεψαν. Προσπάθειά των Ιταλών να ανασυγκροτηθούν στη χαράδρα Πρόι Βέλες για να επιτεθούν στο υψ. 717, ματαιώθηκε από τα πυρά πυροβολικού.
Στις 18.00 και νέα αιφνιδιαστική επίθεση, χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού, κατά του υψ. 731, η δεκάτη έκτη, και πάλι απέτυχε. Την ίδια τύχη είχε και επίθεση που εκτοξεύθηκε κατά του υψ. 1060 στο αριστερό της Μεραρχίας.
Να σημειωθεί ότι το δάσος που κάλυπτε τα υψ. 731 και 717 (Μπρέγκου Ραπτ) είχε πλέον πλήρως εξαφανισθεί, λόγω της σφοδρότητας των πυρών του επιτιθέμενου από την αρχή του αγώνα.
Στους τομείς των XI, XV και XVII ΜΠ, σημειώθηκε περιορισμένη δράση πυροβολικού.
Στον τομέα της V ΜΠ, εκτοξεύθηκαν δύο επιθέσεις στις 07.00 και 12.00 κατά του υψ. Πούντα Νορντ, που αποκρούσθηκαν.
H αποτυχία των Ιταλών και την έκτη ημέρα της επίθεσης ήταν πλήρης, παρά τους συνεχείς κατά κύματα βομβαρδισμούς της Ιταλικής Αεροπορίας, που ξεπέρασε τις 300 εξόδους σ' αυτήν την ημέρα.
7η Ημέρα (15 Μαρτίου)
Μέχρι τις 13.00 επικράτησε ηρεμία. Λίγο αργότερα, όμως, το εχθρικό πυροβολικό άρχισε να βάλει δραστικά κατά των υψ. 731 και Μπρέγκου Ραπίτ και κατά διαστήματα κατά των Κιάφε Λούζιτ και Μαζιάνι. Ο βομβαρδισμός συνεχίσθηκε μέχρι τις 1800 και στις 2000 με την επέλευση του σκότους. Οι Ιταλοί επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά, χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού, κατά του υψ. 731. H επίθεση αποκρούσθηκε με χειροβομβίδες και με άμεσες αντεπιθέσεις.
H 15η Μαρτίου, έβδομη ημέρα της ιταλικής επίθεσης, επισφράγισε την παταγώδη αποτυχία που σημείωσε η μεγάλη «Εαρινή Επίθεση» των Ιταλών και οδήγησε στη βαθμιαία αναστολή των επιχειρήσεων.
Εκφυλισμός και Διακοπή της Ιταλικής Επίδεσης (16-25 Μαρτίου 1941)
8η, 9η και 10η Ημέρα (16,17,18 Μαρτίου)
Κατά την ανωτέρω περίοδο, σημειώθηκε ανάπαυλα των επιχειρήσεων και το μέτωπο παρουσίαζε τη συνήθη προ της επίθεσης δραστηριότητα. Για την ανακούφιση όσων Σχηματισμών δοκιμάσθηκαν σκληρά, το Τμήμα Στρατιάς Hπείρoυ nTH), με την έγκριση του Γενικού Στρατηγείου (ΓΣ), διέταξε στις 16 Μαρτίου την ακόλουθη ανακατανομή δυνάμεων: Στο πρώτο κλιμάκιο οι IV, V, VI και XVII ΜΠ, δηλαδή η VI ΜΠ από τον Άψο μέχρι τον Ντεσνίτσα ποτ., η XVII ΜΠ από τον Ντεσνίτσα ποτ. μέχρι τις ανατολικές κλιτείς της Τρεμπεσίνας, η V ΜΠ από το X. Άρτζα ντι Μέτζο μέχρι Πούντα Νορντ-αυχένα Μετζγκοράνης και η IV ΜΠ ιππαστί επί του Αώου ποτ. από τον αυχένα Μετζγκοράνης μέχρι Γκόλικο.
Στο δεύτερο κλιμάκιο θα παρέμεναν οι I και XV ΜΠ ανατολικά της Κλεισούρας ως εφεδρείες του ΤΣ καθώς και η XI ΜΠ στην περιοχή Ροντέν-Ψάρι ως εφεδρεία του ΓΣ. H αντικατάσταση της I από την XVII ΜΠ θα πραγματοποιούνταν μέχρι τις 23 Μαρτίου, ενώ οι μεταβολές των άλλων Μεραρχιών θα έπρεπε να ολοκληρωθούν μέχρι το τέλος Μαρτίου.
11η Ημέρα (19 Μαρτίου)
Οι Ιταλοί εκτόξευσαν στις 06.30, τη δέκατη όγδοη κατά σειρά, επίθεση εναντίον του υψ. 731, μετά από εντατικό βομβαρδισμό των υψ. 731-Κιάφε Λούζιτ-Τρεμπεσίνας, από επίλεκτα τμήματα της ΜΠ «Σιένα», υποστηριζόμενα από ελαφρά άρματα μάχης. H επίθεση του εχθρού αποκρούσθηκε, εγκαταλείποντας περισσότερους από εκατό νεκρούς στο πεδίο της μάχης και τρία άρματα.
Στους λοιπούς τομείς του Β' Σ.Σ. δε σημειώθηκε αξιόλογη δράση.
12η Ημέρα (20 Μαρτίου)
Στον τομέα της XVII ΜΠ, οι Ιταλοί εξαπέλυσαν στις 22.00 ισχυρή νυχτερινή επίθεση με υποστήριξη πυροβολικού και όλμων από τον Αώο π. μέχρι το υψ. 1437, δυτικά της Μετζγκοράνης, η οποία γύρω στις 2400 αποκρούσθηκε.
Στους άλλους τομείς δεν παρατηρήθηκε αξιόλογη δραστηριότητα.
13η Ημέρα (21 Μαρτίου)
Στον τομέα του Β' Σ.Σ. δε σημειώθηκε καμία αξιόλογη δραστηριότητα.
Από πλευράς Ιταλών, το πρωί ο Μουσολίνι, ταπεινωμένος και απογοητευμένος, αναχώρησε «αθόρυβα» από το αεροδρόμιο των Τιράνων για τη Ρώμη. H έκθεση που υπέβαλε στον βασιλιά Βιττόριο Εμανουέλε απέπνεε το πνεύμα εκνευρισμού και τη σχεδόν εχθρική του διάθεση προς τη στρατιωτική ηγεσία, όπως άλλωστε την προτεραία είχε πει στον έμπιστό του Πτέραρχο Πρίκολο: «Σας εκάλεσα διότι απεφάσισα να επιστρέψω εντός της αύριον εις την Ρώμην. Αηδίασα από αυτό το περιβάλλον. Δεν επροχωρήσαμεν ούτε βήμα. Μέχρι τούδε μας έχουν εξαπατήσει. Περιφρονώ βαθύτατα όλους αυτούς τους ανθρώπους».
14η Ημέρα (22 Μαρτίου)
Στις 09.30 παρουσιάσθηκε προ του υψ. 731 ομάδα Ιταλών κηρύκων, οι οποίοι πρότειναν εκ μέρους της Ιταλικής Διοίκησης εκεχειρία 4-6 ωρών για τον ενταφιασμό των νεκρών. H Ελληνική Διοίκηση αποδέχθηκε την πρόταση, υπό τον όρο να σημειωθεί ότι την εκεχειρία ζήτησαν οι Ιταλοί και ότι η ταφή των νεκρών θα γινόταν από ελληνικά τμήματα με την παρουσία άοπλων Ιταλών του υγειονομικού προσωπικού τους. Υπήρχε και η υπόνοια ότι οι Ιταλοί επιδίωκαν την ταφή των νεκρών, ώστε τα επιτιθέμενα τμήματά τους να μη δειλιάζουν στο αντίκρυσμα των διαμελισμένων πτωμάτων.
Ο Έλληνας εκπρόσωπος είχε την ευκαιρία να διατρέξει το έδαφος μπροστά από τις γραμμές μας και να διαπιστώσει την τρομακτική φθορά που είχαν υποστεί οι Ιταλοί, γεγονός που δικαιολογεί την απόφασή τους να ανεγείρουν μετά τον πόλεμο στο υψ. 731, το οποίο αποκάλεσαν «Ιερή Ζώνη», το γενικό μνημείο των πεσόντων στην Αλβανία μαχητών τους. Τελικά, οι όροι των Ελλήνων δεν έγιναν αποδεκτοί και ο αγώνας ξανάρχισε.
15η Ημέρα (23, 24 Μαρτίου)
Τη νύχτα 22/23 οι Ιταλοί βομβάρδισαν εντατικά τη ζώνη της I ΜΠ, προφανώς σε αντίποινα για τη μη αποδοχή της εκεχειρίας προς ενταφιασμό των νεκρών. Ο βομβαρδισμός συνεχίσθηκε όλη την ημέρα, με ιδιαίτερη ένταση κατά του υψ. 731. Στις 00.20 της 24ης Μαρτίου επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και πάλι κατά του υψ. 731, αποκρουσθέντες περί την 01.20. Την ίδια τύχη είχε και νέα επίθεση στις 03.30.
Στους λοιπούς τομείς του Β' Σ.Σ. δεν παρατηρήθηκε αξιόλογη δραστηριότητα, ενώ σταδιακά υλοποιούνταν το σχέδιο αναπροσαρμογής της διατάξεως των σχηματισμών.
Κατ' ευτυχή συγκυρία για τα ελληνικό όπλα, στις 25 Μαρτίου 1941 την ημέρα της επετείου της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας, έληξε η περιβόητη «Εαρινή» Ιταλική Επίθεση.
Οι απώλειες των Ελλήνων κατά την διάρκεια της επίθεσης ανήλθαν σε 47 αξιωματικούς και 1196 οπλίτες νεκρούς, σε 144 αξιωματικούς και 3872 οπλίτες τραυματίες και σε 42 οπλίτες αγνοούμενους. Τις σοβαρότερες απώλειες είχε η I ΜΠ. η οποία δέχτηκε το κύριο βάρος της εχθρικής επίθεσης Το πρόβλημα της αδυναμίας αναπλήρωσης σε ικανοποιητικό βαθμό των απωλειών από την αρχή του πολέμου, παρουσιαζόταν ήδη αρκετά οξύ.
Οι αντίστοιχες απώλειες των Ιταλών, από επίσημες ιταλικές πηγές, ξεπέρασαν τους 11800 νεκρούς και τραυματίες Εξάλλου ο αριθμός των Ιταλών αιχμαλώτων από τις 7 Ιανουαρίου μέχρι το τέλος Μαρτίου 1941 ανήλθε σε 189 αξιωματικούς και 7645 οπλίτες.
Ο Μουσολίνι, επανερχόμενος στην Ιταλία, διατηρούσε μια αμυδρή ελπίδα να επαναλάβει περί το τέλος Μαρτίου την επίθεση, ώστε να αποκομίσει ορισμένα τακτικά οφέλη, για να ατενίζει χωρίς ντροπή τους Γερμανούς συμμάχους του. Αλλά η ελπίδα του διαψεύσθηκε, επειδή στη Γιουγκοσλαβία η φιλοαξονική Κυβέρνηση Τοβέτκοβιτς, η οποία είχε εντάξει τη χώρα στον Άξονα στις 25/3/1941, ανατράπηκε τα μεσάνυχτα 26/27 από το φιλοσυμμαχικο πραξικόπημα του πτέραρχου Σίμοβιτς. Έτσι, η νέα κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Γιουγκοσλαβία, ανάγκασε τους Ιταλούς να λάβουν μέτρα και προς τα Γ/Β σύνορα στην Αλβανία και να ματαιώσουν τη σχεδιαζόμενη νέο επίθεση τους, αναμένοντας πλέον τη Γερμανική Επίθεση κατά της Ελλάδος, που θα τους έβγαζε από το αδιέξοδο, στο οποίο τους οδήγησε η ηρωική αντίσταση του Ελληνικού Στρατού.
Το Ύψωμα 731 |
Ανάλυση - Διδάγματα
Χάρη στο ακατάβλητο θάρρος, στη μοναδική ευψυχία και στην απαράμιλλη αυτοθυσία των Ελλήνων, αλλά και στην άριστη διοίκηση της μάχης σε όλη την κλίμακα της ιεραρχίας, συνετρίβησαν τα σχέδια, αλλά και τα όνειρο των Ιταλών να καταγάγουν αποφασιστική νίκη κατά των Ελλήνων, πριν από την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα.
Ιδιαίτερα αποτελεσματικές αποδέχτηκαν οι αντέφοδοι και ο άμεσες αντεπιθέσεις των ελληνικών τμημάτων που εκτοξεύονταν, όσες φορές οι Ιταλοί επιχειρούσαν ή «έθεταν πόδα» στην αμυντική τοποθεσία των μονάδων, καθώς και οι εξαιρετικά επιτυχείς φραγμοί όλων των όπλων και κυρίως του πυροβολικού, οι οποίοι αρκετές φορές ανέκοψαν και διασκόρπισαν τις εχθρικές επιθέσεις.
Η προβλεπτικότητα της Ελληνικής Διοίκησης να προβεί εγκαίρως στην έκδοση διαταγής από 9 Φεβρουαρίου αμυντικής εγκατάστασης των Μεραρχιών, επέτρεψε την κατάλληλη οχύρωση του εδάφους και ενίσχυσε το ηθικό των ανδρών, προς απόκρουση της διαγραφόμενης απειλής.
Η εμμονή των Ιταλών στο αρχικό σχέδιο, καίτοι διαπίστωναν τις συνεχείς αποτυχίες κατά τις πρώτες ημέρες της μάχης, αποδείχθηκε εσφαλμένη, αντιβαίνουσα στη βασική Αρχή του Πολέμου η οποία διακηρύττει; «Εμμονή εις τον σκοπόν και όχι εις το σχέδιον». θα έπρεπε να δοκιμάσουν την ευόδωση της κύριας προσπάθειας τους από άλλη κατεύθυνση, όπως η βόρεια προς ΜΑΛΙ ΓΑΡΟΝΙΝ, εξυπηρετούμενη από νεοκατασκευασθείσα οδο και αριθμό καρροποιήτων.
Το σχέδιο ταυ Ιταλού Στρατηγού Γκουτζόνι, που προέβλεπε επιθετική ενέργεια προς Θεσσαλονίκη, είχε καλύτερη στρατηγική προοπτική έναντι του εφαρμοσθέντος υπό του Στρατηγού Καβαλλέρο προς Ιωάννινα, λόγω βάθους ενέργειας και επιλογής νευραλγικού αντικειμενικού σκοπού, σε συνδυασμό με την επικείμενη εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα. Αργότερα, μετά τον πόλεμο, για το σχέδιο «Καβαλλέρο» διατυπώθηκαν στην Ιταλία επικριτικά σχόλια και για το λόγο ότι η επίθεση των Ιταλών κατευθύνθηκε στο ισχυρό σημείο των Ελλήνων αντί άλλου ασθενέστερου, όπως η πολεμική τέχνη διδάσκει.
H Ιταλική Επίθεση, καίτοι δεν είχε σοβαρή επίπτωση στους άλλους τομείς του μετώπου ούτε και επέδρασε σημαντικά στο ηθικό του στρατεύματος, εν τούτοις επέφερε σοβαρές απώλειες στις, ήδη μειωμένης δύναμης σε άνδρες 20-40% και σε κτήνη 50-60% μάχιμες μονάδες (5301 άνδρες) της Ελλάδος των 8.000.000, έναντι των αντιστοίχων ιταλικών (11.800 άνδρες και αρκετοί αιχμάλωτοι) μιας Ιταλίας των 45.000.000. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη διαπιστωμένη ελάττωση των αποθεμάτων μας σε εφόδια και πυρομαχικά, καθώς και με την ελαχίστη πλέον παρουσία της πολεμικής μας αεροπορίας, όπως και την παντελή έλλειψη τεθωρακισμένων, δεν επέτρεψαν ούτε ενέργεια αντιπερισπασμού σε γειτονικούς τομείς κατά τη διάρκεια της ιταλικής επίθεσης ούτε και εκμετάλλευση των τοπικών επιτυχιών, μετά την απόκρουση των εχθρικών επιθέσεων.
Το πρόβλημα της αδυναμίας ικανοποιητικής αναπλήρωσης των απωλειών ανδρών και κτηνών από την αρχή του πολέμου, εντάθηκε ακόμη περισσότερο. Σε συνάφεια δε με τις άλλες εμφανείς ελλείψεις (Υποστήριξη αεροπορίας, τεθωρακισμένα, αποθέματα εφοδίων και πυρομαχικών κ.α), ως απόρροια του παρατεινόμενου επί 5μηνο σκληρού αγώνα κάτω από δυσμενέστατες καιρικές και εδαφικές συνθήκες, άρχισε να παρατηρείται κάμψη της επιθετικής ορμής των τμημάτων μας. Το γεγονός αυτό διαφάνηκε στις επιθετικές ενέργειες προς Τρεμπεσίνα-Σεντέλι (29/1 μέχρι 17/2/1941), που είχαν περιορισμένα αποτελέσματα, χωρίς να επιτευχθούν οι τεθέντες αντικειμενικοί σκοποί.
H πλήρης αποτυχία της ιταλικής επίθεσης κατάφερε αποφασιστικό πλήγμα στην αξιοπιστία του Ιταλικού Στρατού στα όμματα των Γερμανών και αποτέλεσε την «Λυδία Λίθο» για την εισβολή των τελευταίων στην Ελλάδα. Έκτοτε και σε συνάρτηση με τις συνεχείς ήττες των Ιταλών στη βόρεια Αφρική από τα τέλη του 1940, οι Γερμανοί θα τους αντιμετωπίζουν με ιταμότητα και περιφρόνηση, σε όλα τα κλιμάκια της ιεραρχίας και θα προωθήσουν μέσα στην Ιταλία, χωρίς αντιρρήσεις ή αντιδράσεις, δυνάμεις τους σε καίριες θέσεις, όπως σε αεροδρόμια, λιμάνια, κόμβους συγκοινωνιών κ.α.
Ανεξάρτητα με τα παραπάνω, η «Εαρινή» Ιταλική Επίθεση κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία για τους Ιταλούς και σε περιφανή νίκη για τα ελληνικά όπλα. H απήχηση της επιτυχίας των Ελλήνων άφησε κατάπληκτη την κοινή γνώμη στο Εξωτερικό και απέσπασε διθυράμβους, με χαρακτηριστικό το επίγραμμα της αγγλικής εφημερίδας Manchester Guardian της 19/4/41 «Του λοιπού δεν θα λέγεται ότι οι Έλληνες επολέμησαν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες επολέμησαν σαν Έλληνες».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνική . Χειμερινοί επιχειρήσεις-Ιταλική Εαρινή Επίθεσις (7 ίαν.-26 Map. 1941), Αθήναι, 1966.
. Επίτομη ιστορία του Ε/Ι και Ε/Γ Πολέμου 1940-41, ΔΙΣ/ΓΕΣ, Αθήνα 1985.
. Ιστορία Ελληνοϊταλικού Πολέμου 1940-1941, Αντιστρατήγου Αλ. Εδιπίδου, Αθήνα (Χ.Ε.).
. Οι δύο Πόλεμοι του 1940-41, Δ. Κόκκινου, Αθήναι 1945.
. Ελληνοϊταλικός Πόλεμος, Στρατηγού Δ. Μαχά, Αθήναι 1967.
. Ελληνική Εποποιία 1940-1941, Αγγ. Τερζάκη, Αθήνα, 1964.
Ξένη
. Ignavia contro, Francesco Pricolo, Roma 1946.
. Storia della Guerra di Grecia, Mario Cervi, Milano 19863.
. L' Esercito Italiano nella Campagnia di Grecia, Mario Montanari, Roma 1993.
Από το περιοδικό: Στρατιωτική Επιθεώρηση (Σεπ-Οκτ 2005)