Ο φιλόσοφος Αντισθένης συμβούλευε τους Αθηναίους να ανακηρύξουν με την ψήφο τους τα γαϊδούρια σε άλογα. Και όταν του είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι έξω από κάθε λογική, ο Αντισθένης παρατήρησησε:
“Μήπως και στρατηγούς δεν αναδεικνύετε άντρες απλώς με την ψήφο σας και χωρίς να έχουν πάρει καμία απολύτως εκπαίδευση;
Ο Διογένης ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο, απάντησε:
“Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων.”
Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να φυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Έβαλε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε:
“Κανένα κακό να μη μπει στο σπίτι αυτό”.
Ο Διογένης διάβασε την επιγραφή και απόρησε:
“Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει; “
Ο Μ.Αλέξανδρος έστειλε στον Φωκίωνα 100 τάλαντα. Ο αθηναίος πολιτικός ρώτησε τους ανθρώπους που του έφεραν το μεγάλο αυτό ποσό:
“Γιατί ο Αλέξανδρος διάλεξε εμένα απ’ όλους τους Αθηναίους για να μου χαρίσει 100 τάλαντα; “
Οι απεσταλμένοι απάντησαν:
“Γιατί μόνο εσένα θεωρεί έντιμο άνθρωπο”
Ο Φωκίωνας αρνήθηκε το δώρο λέγοντας:
“Ας μ’αφήσει λοιπόν και να είμαι και να φαίνομαι έντιμος”.
Παρακινούσαν τον Φίλιππο της Μακεδονίας να εξορίσει κάποιον που τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε:
“Δεν είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’άλλα μέρη; “
Είπαν στον Σωκράτη ότι κάποιος έλεγε άσχημα λόγια γι’αυτόν. Ο Σωκράτης απάντησε:
“Καθόλου παράδοξο. Ποτέ του δεν έμαθε να λέει καλά λόγια”.
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν. Ο φιλόσοφος απάντησε:
“Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν”.
Επέστρεφε ο Διογένης από τους Ολυμπιακούς αγώνες και ένας τον ρώτησε, αν ήταν εκεί πολύς κόσμος. Ο Διογένης αποκρίθηκε:
“Κοσμος υπήρχε πολύς, άνθρωποι όμως λίγοι”
Ρώτησαν τον φιλόσοφο Στίλπωνα, αν υπάρχει κάτι πιο ψυχρό από ένα άγαλμα.
“Ναι” είπε, “ένας αναίσθητος άνθρωπος”.
Ένα φίδι τυλίχθηκε γύρω από το κλειδί μιας πόρτας. Οι μάντεις χαρακτήρισαν το γεγονός θαύμα. Ο Λεωτυχίδης όμως, βασιλιάς της Σπάρτης, θεώρησε αδικαιολόγητο τον χαρακτηρισμό.
“Για μένα θαύμα θα ήταν”, είπε “αν τυλιγόταν το κλειδί γύρω από το φίδι και όχι το φίδι γύρω από το κλείδι”.
Κάποτε ο Διογένης είδε μια γυναίκα να σκύβει πάρα πολύ μπροστά στα αγάλματα των θεών. Θέλοντας να την απαλλάξει από την θρησκοληψία, την πλησίασε και της είπε:
“Μη σκύβεις τόσο πολύ κυρά μου, γιατί κάποτε ο θεός θα σταθεί πίσω σου και θα δει άσχημα πράγματα”.
Ο φιλόσοφος Στίλπωνας κλήθηκε στον Άρειο Πάγο για να βεβαιώσει αν πραγματικά είπε ότι η Αθηνά δεν είναι θεός..
“Και βέβαια δεν είναι θεός, θεά είναι, αφού είναι γυναίκα” είπε.
Όταν το άκουσε ο Θεόδωρος, ο λεγόμενος “άθεος”, τον ειρωνεύτηκε λέγοντας:
“Απο πού το γνώριζε ο Στίλπωνας; Ή μήπως σήκωσε τον χιτώνα της Αθηνάς και είδε τον κήπο της; “
Όταν ο Διογένης είδε έναν νεαρό να φιλοσοφεί του είπε:
“Σου αξίζει έπαινος νεαρέ, γιατί στρέφεις το ενδιαφέρον των εραστών από την ομορφιά του σώματος στην ομορφιά της ψυχής σου”
Ένας φτωχός πλησίασε τον Σωκράτη και του είπε:
“Θέλω να γίνω μαθητής σου, αλλά δεν έχω τίποτε, το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω είναι ο εαυτός μου”
Ο Σωκράτης του απαντά:
“Δεν καταλαβαίνεις λοιπόν ότι μου δίνεις το πιο σπουδαίο πράγμα;”
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιό του. Ο φιλόσοφος ζήτησε ως αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό.
“Με τόσα χρήματα”, είπε,”θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο”.
“Αγόρασε”, είπε ο Αρίστιππος, “κι έτσι θα έχεις δύο”.
Προσπαθούσε ο Ζήνων ο Ελεάτης να αποδείξει στον Αντισθένη με περίπλοκα και σοφιστικά επιχειρήματα ότι δεν υπάρχει κίνηση. Ο Αντισθένης άρχισε να βαδίζει, ενώ συγχρόνως ρωτούσε τον Ζήνωνα:
“Δεν νομίζεις ότι τα γεγονότα είναι πιο ισχυρά από τα επιχειρήματά σου;”
Υπερηφανευόταν κάποιος σε μια παρέα και έλεγε ότι είχε πάρος μέρος σε πολλούς αγώνες σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και είχε πραγματοποιήσει εξαιρετικές αθλητικές επιδόσεις. Στη Ρόδο μάλιστα είχε κάνει ένα μεγάλο άλμα που κανένας Ολυμπιονίκης δεν είχε κάνει ως τότε. Ένας από την παρέα του είπε:
“Κι εδώ Ρόδος είναι. Γιατί δεν κάνεις το άλμα σου;” (Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα)
Ένας Αθηναίος ταξίδευε με πλοίο με πολλούς άλλους. Ξέσπασε όμως δυνατή τρικυμία και το πλοίο ανατράπηκε. Όλοι προσπαθούσαν να σωθούν κολυμπώντας, ο Αθηναίος όμως έχανε τον καιρό του καλώντας την θεά Αθηνά σε βοήθεια. Ένας από τους ναυαγούς, που κολυμπούσε κοντά του, του είπε:
“Φώναζε την Αθηνά, μα κούνα και τα χέρια σου”. (Συν Αθηνά και χείρα κίνει)
Όταν είδε ο Διογένης κρατικούς ταμίες να έχουν πιάσει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε:
“Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει τον μικρό κλέφτη”
Ρώτησε κάποιος τον Διογένη ποιάς πόλης είναι πολίτης κι αυτός απάντησε:
“Είμαι πολίτης του κόσμου”
Η Ξανθίππη λέει στον Σωκράτη:
“Άδικα σε καταδίκασαν σε θάνατο”
Κι ο Σωκράτης:
“Αλίμονο κι αν η καταδίκη μου ήταν δίκαιη”
Ο Πλάτωνας επέπληξε κάποιον γιατί έπαιζε κύβους. Εκείνος δικαιολογήθηκε:
“Τα ποσά που παίζω στο παιχνίδι είναι ασήμαντα”
Ο Πλάτωνας του παρατήρησε:
“Η συνήθεια όμως να παίζεις δεν είναι καθόλου κάτι ασήμαντο”
Ρώτησαν τον Διογένη:
“Γιατί οι αθλητές είναι αναίσθητοι; “
Ο Διογένης τους έδωσε την εξήγηση:
“Γιατί τα σώματά τους ξαναφτιάχνονται με κρέατα χοιρινά και βοδινά”
Μια μέρα η Ξανθίππη έβαλε τις φωνές στον Σωκράτη και στην συνέχεια άδειασε πάνω του μια λεκάνη νερό. Ο Σωκράτης ατάραχος είπε:
“Η Ξανθίππη κάνει ό,τι και ο Δίας: πρώτα βροντά και ύστερα βρέχει”
Αρχαία Ελληνικά Ανέκδοτα,
Σωκράτης Γκίκας
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr