Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2011

Κυβερνήσεις Συνεργασίας στην Ελλάδα


Μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών είναι οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην ιστορική διαδρομή της Νεώτερης Ελλάδας. Οι αιτίες πολλές: Καχεκτική δημοκρατία, έλλειψη κουλτούρας συνεννόησης και διαλόγου, παρουσία προσωποκεντρικών κομμάτων και εκλογικοί νόμοι που ευνοούν τον σχηματισμό ισχυρών μονοκομματικών κυβερνήσεων. Κύριο χαρακτηριστικό των κυβερνήσεων συνεργασίας, ο βραχύς βίος τους.


Η πρώτη κυβέρνηση συνεργασίας στην Ελλάδα σχηματίστηκε στις 22 Μαΐου 1877, με πρωθυπουργό τον γηραιό ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη και υπό την πίεση της κοινής γνώμης, η οποία ανησυχούσε για την τύχη των υπόδουλων Ελλήνων στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που βρισκόταν σε πόλεμο με τη Ρωσία.  Ο προκάτοχος του Κανάρη, Αλέξανδρος Κουμουνδούρος αδυνατούσε να κυβερνήσει,  επειδή αρκετά συχνά έχανε την εμπιστοσύνη της Βουλής. Η κυβέρνηση Κανάρη ονομάστηκε Οικουμενική (πρώτη χρήση αυτού του όρου) και σ' αυτή συμμετείχαν όλες οι σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες της εποχής: Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, Χαρίλαος Τρικούπης, Θεόδωρος Δηλιγιάνης, Επαμεινώνδας Δεληγιώργης και Θρασύβουλος Ζαΐμης.

Η σύμπηξη της οικουμενικής κυβέρνησης έλυσε το πρόβλημα της κυβερνητικής αστάθειας, αλλά άφησε άλυτο το πρόβλημα της ακολουθητέας πολιτικής. Ο Κουμουνδούρος ήθελε την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, ενώ ο Δεληγεώργης ευνοούσε την πολιτική των οικονομικών περιστολών. Ο θάνατος του Κανάρη στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 άφησε ακέφαλη την οικουμενική κυβέρνηση, η οποία πορεύτηκε μέχρι τη διάλυσή της στις 11 Ιανουαρίου 1878 με την εναλλαγή των μελών της στην πρωθυπουργία. Αυτή την περίοδο σημαντικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα έπαιξε ο βασιλιάς Γεώργιος Α'.

Οι εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 δεν ανέδειξαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, λόγω της απλής αναλογικής. Τα τέσσερα πρώτα κόμματα (δύο βενιζελικά και δυο αντιβενιζελικά) αποφάσισαν να συνεργαστούν για τη δημιουργία βιώσιμου κυβερνητικού σχήματος. Στις 4 Δεκεμβρίου 1926 σχηματίστηκε οικουμενική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη. Το ΚΚΕ στην πρώτη του κοινοβουλευτική παρουσία ανέλαβε ουσιαστικά τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο σχηματικής της κυβέρνησης συνεργασίας γέννησε ελπίδες ότι η πολιτική και κοινωνική ζωή της θα εισέλθει σε περίοδο ομαλότητας, σε μία περίοδο που είχαν σωρευτεί πολλά και δυσεπίλυτα προβλήματα από τη μικρασιατική καταστροφή. Όμως, από την πρώτη μέρα της λειτουργίας της άρχισαν οι τριβές, που κορυφώθηκαν με την αποχώρηση των υπουργών του Λαϊκού Κόμματος, λόγω διαφωνιών σε θέματα οικονομικής πολιτικής και τελικά την πτώση της στις 17 Αυγούστου 1927. Πρόλαβε, πάντως, να θέσει σε εφαρμογή στις 3 Ιουνίου 1927, το νέο Σύνταγμα, το οποίο χαρακτηρίστηκε ως το αρτιότερο και προοδευτικότερο από τα έως τότε ελληνικά Συντάγματα.


Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη ναζιστική Γερμανία σχηματίστηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου (18 Οκτωβρίου 1944). Στην κυβέρνηση συμμετείχαν και εκπρόσωποι του ΕΑΜ, στο οποίο κυριαρχούσε το ΚΚΕ. Η απαίτηση του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου για αποστράτευση των αντιστασιακών οργανώσεων ΕΑΜ και ΕΔΕΣ προκάλεσε την αντίδραση του ΕΑΜ, το οποίο απέσυρε τους υπουργούς του από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας (28 Νοεμβρίου 1944). Τα αιματηρά Δεκεμβριανά, που ακολούθησαν, προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου στις 3 Ιανουαρίου 1945.

Οι πρώτες μεταπολεμικής εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 δεν ανέδειξαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, λόγω της απλής αναλογικής. Ο Εμφύλιος Πόλεμος μαινόταν και η Βουλή δεν μπορούσε να δώσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Έτσι, στις 24 Ιανουαρίου 1947 ορκίστηκε ως εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός ο τραπεζίτης Δημήτριος Μάξιμος, ηγούμενος κυβέρνησης συνασπισμού, που περιλάμβανε όλα τα κόμματα της Βουλής, σε μια προσπάθεια των Αμερικανών να συσπειρώσουν τον αστικό πολιτικό κόσμο, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κομμουνιστική απειλή.

Ήταν η λεγόμενη Επτακέφαλος Κυβέρνησις, με αντιπροέδρους τον Κωνσταντίνο Τσαλδάρη (τέως πρωθυπουργό) και τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Στα διάφορα υπουργεία ορκίστηκαν οι Γεώργιος Παπανδρέου (Εσωτερικών), Στυλιανός Γονατάς (Δημοσίων Έργων), Παναγιώτης Κανελλόπουλος (Ναυτικών), Ναπολέων Ζέρβας (Δημοσίας Τάξεως) και Κωνσταντίνος Καραμανλής (Εργασίας). Κατά τη διάρκεια της ολιγόμηνης θητείας της, η Βρετανία ανακοίνωσε την αποχώρηση των στρατευμάτων από την Ελλάδα (15 Φεβρουαρίου) και ο αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν εξήγγειλε το περίφημο Δόγμα του (12 Μαρτίου). Η δυσαρέσκεια των Αμερικανών για την αποτυχία των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού εναντίον των ανταρτών του ΔΣΕ  προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης Μάξιμου στις 29 Αυγούστου 1947.

Η πολιτική ανωμαλία της Αποστασίας τερματίστηκε με τη συμφωνία των ηγετών της Ένωσης Κέντρου, Γεωργίου Παπανδρέου και της ΕΡΕ, Παναγιώτη Κανελλόπουλου, για τον σχηματικό μεταβατικής κυβέρνησης μεταξύ των δύο κομμάτων που θα οδηγούσε τη χώρα σε εκλογές. Έτσι, στις 22 Δεκεμβρίου 1966, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέθεσε την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στον τραπεζίτη Ιωάννη Παρασκευόπουλο. Στις 3 Απριλίου 1967 η ΕΡΕ ήρε την εμπιστοσύνη της προς τη μεταβατική κυβέρνηση Παρασκευόπουλου. Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος ανετράπη από τους πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου.

Η πρώτη κυβέρνηση που προέκυψε μετά την πτώση της Χούντας (23 Ιουλίου 1974) με πρωθυπουργό των Κωνσταντίνο Καραμανλή, ονομάστηκε Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Σ' αυτή συμμετείχαν πολιτικοί από την προδικτατορική ΕΡΕ και Ένωση Κέντρου, καθώς και προσωπικότητες, που αναδείχτηκαν μέσα από τον αντιδικτατορικό αγώνα. Ο βίος της τερματίσθηκε στις 17 Νοεμβρίου, όταν έγιναν οι πρώτες εκλογές μετά την μεταπολίτευση, τις οποίες κέρδισε πανηγυρικά η Νέα Δημοκρατία.


Στις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989, η Νέα Δημοκρατία, παρότι λαμβάνει κοντά στο 45% των ψήφων, δεν κατορθώνει να εξασφαλίσει την αυτοδυναμία, εξαιτίας του εκλογικού νόμου που ψήφισε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και προσέγγιζε την απλή αναλογική. Η χώρα συγκλονιζόταν από το σκάνδαλο Κοσκωτά, που άγγιζε τον πυρήνα της Παπανδρεϊκής εξουσίας. Το αίτημα για κάθαρση ήταν παλλαϊκή απαίτηση. Με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και των ηγετών της Αριστεράς, Χαρίλαου Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκου, σχηματίζεται κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ της Νέας Δημοκρατίας και του ενιαίου, τότε, Συνασπισμού. Το νέο κυβερνητικό σχήμα υπό τον Τζαννή Τζαννετάκη είναι βραχύβιο κι έχει διπλό στόχο: τη δρομολόγηση των διαδικασιών της Κάθαρσης και την προετοιμασία αδιάβλητων εκλογών βάσει του ισχύοντος εκλογικού νόμου. Πράγματι, ο Ανδρέας Παπανδρέου παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο για την Υπόθεση Κοσκωτά με απόφαση της Βουλής, η οποία παραβλέπει τη σύσταση του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι «οι πρωθυπουργοί πηγαίνουν στα σπίτια τους».

Η συγκυβέρνηση ΝΔ - Συνασπισμού λαμβάνει τέλος στις 7 Οκτωβρίου, αφού ολοκληρώνει το έργο των παραπομπών. Προκηρύσσονται εκλογές για τις 5 Νοεμβρίου 1989, αλλά και πάλι δεν προκύπτει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μετά τις αποτυχημένες διερευνητικές εντολές σχηματίζεται οικουμενική κυβέρνηση υπό την υπέργηρο οικονομολόγο Ξενοφώντα Ζολώτα. Έκπληκτος ο κόσμος πληροφορείται ότι ο «αρχάγγελος της κάθαρσης» Μητσοτάκης συνεργάζεται με τον «κλέφτη» Παπανδρέου. Η αξιοπιστία των πολιτικών δέχεται ισχυρό πλήγμα, ενώ αποδεικνύεται ότι η κάθαρση ήταν απλά ένα πολιτικό εύρημα, με στόχο την αξιοποίηση των λαθών και των σκανδάλων του ΠΑΣΟΚ από την φιλελευθερο-κομμουνιστική συμμαχία!

Το νέο κυβερνητικό σχήμα υπονομεύει εξ αρχής ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, προκειμένου να στηρίξει τη θέση του ότι τα σχήματα συνεργασίας ήταν αναποτελεσματικά και ότι απαιτείτο η αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας. Η οικουμενική καταρρέει, όταν αποτυγχάνει να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και προκηρύσσονται νέες εκλογές για τις 8 Απριλίου 1990. Η Νέα Δημοκρατία και πάλι δεν κατακτά την αυτοδυναμία και χρειάζεται η προσχώρηση του μοναδικού βουλευτή της ΔΗΑΝΑ Θεόδωρου Κατσίκη για να σχηματιστεί ο μαγικός αριθμός 151, που έδινε την πολυπόθητη αυτοδυναμία στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.



ΠΗΓΗ