Ανάμεσα στις άλλες εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής που χαρακτηρίζουν τη ζωντάνια του ελληνικού πολιτισμού, συναντούμε τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις των Ποντίων Ελλήνων, που έχουν τις ρίζες τους... στα βάθη της ιστορίας, αποτελούν εκδήλωση της ενότητας της φυλής μας και παρά την τραγωδία της προσφυγιάς των Ποντίων, συνεχίζουν να διατηρούνται απ' αυτή, συνδέοντας έτσι το παρόν με το μακραίωνο ιστορικό παρελθόν μας. Το έθιμο των Ποντίων Μωμόγερων συναντάται στα βάθη της ιστορίας των πρώτων πολιτισμικών σκιρτημάτων των Ελλήνων μέσα σε μια διαρκή προσπάθεια της διατήρησης του με μια μυστηριακή δύναμη, η οποία κινούσε και κινεί ακόμα τους τροχούς της ιστορίας.
Μωμόγερος, είναι η σύνταξη ενός ονόματος, που αναβλύζει από την ιστορία της αρχαιότητας και σημαίνει στην ποντιακή διάλεκτο ο εσχατόγερος, ο καρνάβαλος. Δύο σύνθετες λέξεις (Μώμος + γέρος) από την ελληνική ιστορία συνταίριαξαν και σχηματίστηκαν σε μια απλή για να δώσουν μια σειρά πραγμάτων. Η λέξη Κοτζ(σ)αμάνια προέκυψε μέσα από τον κουτσό χορό των γερασμένων κατά την εκδοχή ανδρών. Στην ποντιακή διάλεκτο η λέξη κοτζ(σ)αμάνος σημαίνει γέρος. Επίσης, οι παράγωγες λέξεις κοτζέας - κοτζίζω -κότζι σημαίνουν κουτσός - κουτσαίνω - κουτσαίνοντας αντίστοιχα.
Ο Μωμόγερος ή αλλιώς τα Κοτζ(σ)αμάνια είναι ένα έθιμο, που πηγάζει από την ίδια την κοινωνία. Η λέξη Μωμόγερος εύκολα διαπιστώνουμε ότι έχει προέλευση από την μυθολογία, όπου αναφέρεται ότι ο Μώμος, η προσωποποίηση της μομφής και της κατάκρισης, ήταν ο γιος του Ύπνου και της Νύχτας.
Το θεατρικό δρώμενο πιθανολογείται πως προήλθε από τον 6ο π.Χ. αι. από τις γιορτές των Μεγάλων Διονυσίων με βασικό χαρακτηριστικό του τον πολιτικό προσανατολισμό σε συσχέτιση με τα ιστορικά συμβάντα που έγιναν στον Τρωικό πόλεμο, όπου στην αναπαράσταση του κλέψιμου της νύφης, αυτός ο συμβολισμός θα πρέπει να είχε σχέση με την ωραία Ελένη, αλλά αργότερα σαφώς τροποποιήθηκε σύμφωνα με τις πολιτικές καταστάσεις της εκάστοτε εποχής, οπότε η ωραία Ελένη αντικαταστάθηκε στην πορεία από μια άλλη νύφη, συγκεκριμένα την Ελλάδα, την οποία παρομοίασαν σε ομορφιά οι Μωμόγεροι με την Ελένη.
Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου πρέπει να στάθηκε σταθμός στην πορεία του θεατρικού δρώμενου, όπου μετέπειτα άλλαξε, εφόσον οι Μωμόγεροι που βλέπουμε σήμερα, μιμούνται τον στρατό του Μ. Αλεξάνδρου και φορούνε την περικεφαλαία του. Στους αιώνες που ακολούθησαν μετέπειτα, μετά Χριστόν, το θεατρικό δρώμενο των Μωμόγερων θα πρέπει να άλλαξε ριζικά μορφή, όπως και όλα τα θεατρικά είδη, όπου δεν γινόταν πλέον κανένας λόγος για τον θεό Διόνυσο, αφού ο Χριστιανισμός στη συνέχεια επέδρασε καταλυτικά στη φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων. Στα Βυζαντινά χρόνια διατήρησαν το έθιμο και οι Ακρίτες, οι αγρότες που υπεράσπιζαν τη γη τους διεισδύοντας κι εκείνοι στο έθιμο, δείχνοντας και μέσα στο δρώμενο την Εθνική μας παρουσία, την αθανασία της ελληνικής ψυχής, το ατρόμητο των Ελλήνων.
Μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1204-1453) και μέχρι το 1828 στην Τουρκική κατάκτηση, το δρώμενο των Μωμόγερων συνέχισε να διατηρείται σαν δρώμενο, αναλλοίωτο ή μη και άσχετα από τις επιδράσεις, που δεχόταν συνεχίζοντας να διατηρείται και τον επόμενο αιώνα, όταν υπέφεραν οι Έλληνες Πόντιοι από τους Κεμαλικούς Νεότουρκους αφάνταστα βασανιστήρια και ανείπωτα μαρτύρια.
Πήραν μια βαθιά ανάσα βοήθειας εκείνους τους δύσκολους χρόνους, από το 1914-1917 (Α' Παγκόσμιος πόλεμος) όταν έγινε η Ρωσική κατοχή στις περιοχές του Πόντου, αλλά το 1922 ακολούθησε η Μικρασιατική καταστροφή και το 1923 η Σύμβαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, επομένως ακολούθησε ο τελικός ξεριζωμός των Ποντίων και η προσφυγιά τους στη Μητέρα Ελλάδα. Ανάμεσα στους πρόσφυγες εκείνους ήταν και οι Μωμόγεροι, οι ανδρείοι επαναστάτες, που πολέμησαν παλικαρίσια για την ανάσταση της ελληνικής φυλής μας στα βουνά του Πόντου δείχνοντας τη δική τους Εθνική Αντίσταση κατά των Τούρκων και την προσδοκία τους για εθνεγερσία και για την ελευθερία του Έθνους.
Οι χορευτές εκείνοι λοιπόν δεν ήταν τίποτε άλλο από αντάρτες στα βουνά, που όταν κατέβαιναν στα χωριά για προπαγάνδα, (Ξεσηκωμό του Γένους), φορούσαν την Μωμογερίστικη στολή τους και παρουσίαζαν έναν ομαδικό πολεμικό χορό εκτελώντας φιγούρες σαν ιδιαίτερες φάσεις του όλου χορού. Το φαινόμενο αυτό βέβαια παρατηρούνταν με παρόμοιο τρόπο και σε πολλά μέρη του ελλαδικού χώρου, όπου ντύνονταν καρναβάλια με τσολιαδίστικη στολή και έδιναν μηνύματα στους Έλληνες εναντίον των Τούρκων. Τα παραγγέλματα που τους έδινε ο αρχηγός τους ήταν στην τούρκικη γλώσσα, γιατί κωλύονταν να τα πει στην ελληνική, δείγμα κι αυτό του τούρκικου ζυγού στο καταπιεσμένο μας έθνος.
Επειδή χρονολογικά το έθιμο των Μωμόγερων κρατάει τις ρίζες του από τον 6ο αι. π.Χ. μέχρι σήμερα, οι σημερινές γενιές έχουν χρέος να διατηρήσουν και να διασώσουν την παράδοση αυτή. Επίσης να δίνουν μάχες με τα δικά τους μηνύματα για την διατήρηση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς, η οποία είναι η διαθήκη των πρόγονων μας, σε ένδειξη φόρου και σεβασμού στη μνήμη τους.
Οι σημερινοί Μωμόγεροι αναπαριστώντας την ιστορία του παρελθόντος πρέπει να είναι πρωτοπόροι για την εμψύχωση του έθνους μας στις δύσκολες στιγμές μας και να ακολουθούν τα παραδείγματα των προγόνων μας. Να επαγρυπνούν πάντα για τα εθνικά μας συμφέροντα και να τα καταγράφουν επηρεάζοντας συνειδήσεις και στέλνοντας μηνύματα στις επόμενες γενιές μας. Να συμβάλλουν στη κατάκτηση της εξέλιξης και τη συνέχιση του πολιτισμού μας.
Μωμόγερος, είναι η σύνταξη ενός ονόματος, που αναβλύζει από την ιστορία της αρχαιότητας και σημαίνει στην ποντιακή διάλεκτο ο εσχατόγερος, ο καρνάβαλος. Δύο σύνθετες λέξεις (Μώμος + γέρος) από την ελληνική ιστορία συνταίριαξαν και σχηματίστηκαν σε μια απλή για να δώσουν μια σειρά πραγμάτων. Η λέξη Κοτζ(σ)αμάνια προέκυψε μέσα από τον κουτσό χορό των γερασμένων κατά την εκδοχή ανδρών. Στην ποντιακή διάλεκτο η λέξη κοτζ(σ)αμάνος σημαίνει γέρος. Επίσης, οι παράγωγες λέξεις κοτζέας - κοτζίζω -κότζι σημαίνουν κουτσός - κουτσαίνω - κουτσαίνοντας αντίστοιχα.
Ο Μωμόγερος ή αλλιώς τα Κοτζ(σ)αμάνια είναι ένα έθιμο, που πηγάζει από την ίδια την κοινωνία. Η λέξη Μωμόγερος εύκολα διαπιστώνουμε ότι έχει προέλευση από την μυθολογία, όπου αναφέρεται ότι ο Μώμος, η προσωποποίηση της μομφής και της κατάκρισης, ήταν ο γιος του Ύπνου και της Νύχτας.
Το θεατρικό δρώμενο πιθανολογείται πως προήλθε από τον 6ο π.Χ. αι. από τις γιορτές των Μεγάλων Διονυσίων με βασικό χαρακτηριστικό του τον πολιτικό προσανατολισμό σε συσχέτιση με τα ιστορικά συμβάντα που έγιναν στον Τρωικό πόλεμο, όπου στην αναπαράσταση του κλέψιμου της νύφης, αυτός ο συμβολισμός θα πρέπει να είχε σχέση με την ωραία Ελένη, αλλά αργότερα σαφώς τροποποιήθηκε σύμφωνα με τις πολιτικές καταστάσεις της εκάστοτε εποχής, οπότε η ωραία Ελένη αντικαταστάθηκε στην πορεία από μια άλλη νύφη, συγκεκριμένα την Ελλάδα, την οποία παρομοίασαν σε ομορφιά οι Μωμόγεροι με την Ελένη.
Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου πρέπει να στάθηκε σταθμός στην πορεία του θεατρικού δρώμενου, όπου μετέπειτα άλλαξε, εφόσον οι Μωμόγεροι που βλέπουμε σήμερα, μιμούνται τον στρατό του Μ. Αλεξάνδρου και φορούνε την περικεφαλαία του. Στους αιώνες που ακολούθησαν μετέπειτα, μετά Χριστόν, το θεατρικό δρώμενο των Μωμόγερων θα πρέπει να άλλαξε ριζικά μορφή, όπως και όλα τα θεατρικά είδη, όπου δεν γινόταν πλέον κανένας λόγος για τον θεό Διόνυσο, αφού ο Χριστιανισμός στη συνέχεια επέδρασε καταλυτικά στη φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων. Στα Βυζαντινά χρόνια διατήρησαν το έθιμο και οι Ακρίτες, οι αγρότες που υπεράσπιζαν τη γη τους διεισδύοντας κι εκείνοι στο έθιμο, δείχνοντας και μέσα στο δρώμενο την Εθνική μας παρουσία, την αθανασία της ελληνικής ψυχής, το ατρόμητο των Ελλήνων.
Μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1204-1453) και μέχρι το 1828 στην Τουρκική κατάκτηση, το δρώμενο των Μωμόγερων συνέχισε να διατηρείται σαν δρώμενο, αναλλοίωτο ή μη και άσχετα από τις επιδράσεις, που δεχόταν συνεχίζοντας να διατηρείται και τον επόμενο αιώνα, όταν υπέφεραν οι Έλληνες Πόντιοι από τους Κεμαλικούς Νεότουρκους αφάνταστα βασανιστήρια και ανείπωτα μαρτύρια.
Πήραν μια βαθιά ανάσα βοήθειας εκείνους τους δύσκολους χρόνους, από το 1914-1917 (Α' Παγκόσμιος πόλεμος) όταν έγινε η Ρωσική κατοχή στις περιοχές του Πόντου, αλλά το 1922 ακολούθησε η Μικρασιατική καταστροφή και το 1923 η Σύμβαση για την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, επομένως ακολούθησε ο τελικός ξεριζωμός των Ποντίων και η προσφυγιά τους στη Μητέρα Ελλάδα. Ανάμεσα στους πρόσφυγες εκείνους ήταν και οι Μωμόγεροι, οι ανδρείοι επαναστάτες, που πολέμησαν παλικαρίσια για την ανάσταση της ελληνικής φυλής μας στα βουνά του Πόντου δείχνοντας τη δική τους Εθνική Αντίσταση κατά των Τούρκων και την προσδοκία τους για εθνεγερσία και για την ελευθερία του Έθνους.
Οι χορευτές εκείνοι λοιπόν δεν ήταν τίποτε άλλο από αντάρτες στα βουνά, που όταν κατέβαιναν στα χωριά για προπαγάνδα, (Ξεσηκωμό του Γένους), φορούσαν την Μωμογερίστικη στολή τους και παρουσίαζαν έναν ομαδικό πολεμικό χορό εκτελώντας φιγούρες σαν ιδιαίτερες φάσεις του όλου χορού. Το φαινόμενο αυτό βέβαια παρατηρούνταν με παρόμοιο τρόπο και σε πολλά μέρη του ελλαδικού χώρου, όπου ντύνονταν καρναβάλια με τσολιαδίστικη στολή και έδιναν μηνύματα στους Έλληνες εναντίον των Τούρκων. Τα παραγγέλματα που τους έδινε ο αρχηγός τους ήταν στην τούρκικη γλώσσα, γιατί κωλύονταν να τα πει στην ελληνική, δείγμα κι αυτό του τούρκικου ζυγού στο καταπιεσμένο μας έθνος.
Επειδή χρονολογικά το έθιμο των Μωμόγερων κρατάει τις ρίζες του από τον 6ο αι. π.Χ. μέχρι σήμερα, οι σημερινές γενιές έχουν χρέος να διατηρήσουν και να διασώσουν την παράδοση αυτή. Επίσης να δίνουν μάχες με τα δικά τους μηνύματα για την διατήρηση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς, η οποία είναι η διαθήκη των πρόγονων μας, σε ένδειξη φόρου και σεβασμού στη μνήμη τους.
Οι σημερινοί Μωμόγεροι αναπαριστώντας την ιστορία του παρελθόντος πρέπει να είναι πρωτοπόροι για την εμψύχωση του έθνους μας στις δύσκολες στιγμές μας και να ακολουθούν τα παραδείγματα των προγόνων μας. Να επαγρυπνούν πάντα για τα εθνικά μας συμφέροντα και να τα καταγράφουν επηρεάζοντας συνειδήσεις και στέλνοντας μηνύματα στις επόμενες γενιές μας. Να συμβάλλουν στη κατάκτηση της εξέλιξης και τη συνέχιση του πολιτισμού μας.